h1

Σύνταγμα #1

11/06/2011

Μετά τη δουλειά πηγαίνω για λίγο από το Σύνταγμα, θέλω να ελπίζω ότι όλο αυτό είναι κάτι αλλά μάλλον το κάνω για να παρηγορώ τον εαυτό μου. Στην πραγματικότητα ξέρω ότι το Σύνταγμα δεν είναι παρά η χωρική συμπύκνωση της χυδαίας έκφανσης του ελληνικού μεταμοντερνισμού.

Στα πάνω του Συντάγματος, ένα συνονθύλευμα ανθρώπων, όπου ο καθένας φέρνει, εκτός από την κατσαρόλα του, τον τσαμπουκά του και την αποψάρα του και επί της ουσίας δεν διεκδικεί κάτι πέραν της εκτόνωσης και της καθαρτικής συμμετοχής στη διαμαρτυρία. Νοικοκυραίοι που θέλουν να νομίζουν ότι διεκδικούν κάτι αλλά το μόνο που πραγματικά κερδίζουν είναι το να κοιμηθούν λίγο καλύτερα το βράδυ αισθανόμενοι επαναστάτες καθώς άφησαν τον καναπέ και τον Λαζόπουλο και πήγαν τα παιδιά τους στο Σύνταγμα αντί να τα πάνε Λούνα Παρκ. Και μην θίγεστε, έτσι είναι! Δίπλα κάποιοι Ελληνάρες που θυμήθηκαν το καλοκαίρι του 2004 και κατέβηκαν με σχεδόν οπαδικά συνθήματα, με σημαίες και σφυρίχτρες, μαζί με κάποιους άλλους που μέχρι πριν μια βδομάδα είχαν όνειρο την Καγιέν, παραδίπλα διάφορες γκόμενες, περαστικές που βγήκαν να ψωνίσουν στην Ερμού και κρατούν τσάντες και κινητά. Κάπου πιο πίσω ακούγεται Ξυλούρης και στο βάθος κάποιοι μουντζώνουν αυτούς που ψήφιζαν επί 30 χρόνια αντί να μουντζώνονται μεταξύ τους. Όλα αυτά με φόντο τον καπνό και το άρωμα από τα λουκάνικα που ψήνονται στις καντίνες…

Στα χαμηλά τις πλατείας κάποιοι προσπαθούν να κάνουν κουβέντα, αριστερή κουβέντα, την ίδια σχεδόν κουβέντα που κάναμε πριν 10 χρόνια στο πανεπιστήμιο, «αμεσοδημοκρατία»! Δεν μπορώ να μη χαμογελάσω, να μην το δω θετικά όμως δυστυχώς οι εικόνες στα ψηλά του Συντάγματος ακυρώνουν την κουβέντα στα χαμηλά. Αναρωτιέμαι ακόμα αν είναι ποτέ δυνατόν να καθίσουμε όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι και να συνδιαμορφώσουμε και καταλήγω σχεδόν κάθετα ότι οι κάτω της πλατείας δεν θα τα βρουν ποτέ με τους επάνω, γιατί πολύ απλά δεν θέλουν τα ίδια πράγματα, οι επάνω θέλουν να μπορούν να ξαναονειρευτούν Καγιέν και οι κάτω θέλουν να τις κάψουν και να κυκλοφορούμε αποκλειστικά με ποδήλατα…

Το Σύνταγμα δεν είναι παρά οι συσπάσεις ενός μελλοθάνατου λαού χωρίς αριστερά και χωρίς διανόηση, μια αποϊδεολογικοποιημένη απόβαση στο πουθενά.
Επί χρόνια ο αριστερός χώρος καπελώθηκε από κόμματα τα οποία κατέληξαν να θεωρούν ότι παρέχουν το copyright. Οι ιδέες περιχαρακώθηκαν, μπήκαν κόκκινες γραμμές για να διατηρηθεί «η αλήθεια» και τα κόμματα διεκδίκησαν την αποκλειστικότητα της και ταυτόχρονα το δικαίωμα να αποκλείουν ανθρώπους, αιτήματα, συχνά εύλογες απόψεις και ιδέες. Γι’αυτό και ενοχοποιήθηκαν. Το επαναστατικό “know how” για χρόνια αναλώθηκε σε συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, συχνά ομφαλοσκοπικές και άνευ ουσίας, τελικά ξοδεύτηκε, ενοχοποιήθηκε κι αυτό και η επαναστατική πρακτική στέρεψε! Η αριστερά για χρόνια κατακερματίζεται και τρώει τα σωθικά της, σκοτώνει τα παιδιά της, διασπάται όλο και περισσότερο χωρίς ουσιαστικό λόγο.

Σήμερα, στην πιο μεγάλη κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση σπαταλά την μεγαλύτερη ευκαιρία της να συσπειρώσει τον λαό γύρω της (όχι απαραίτητα μέσα της) και τελικά το μόνο που κατορθώνει είναι να πείσει τον Έλληνα ότι δεν έμεινε τίποτα να τον καθοδηγήσει στο μετά, ότι είναι ιδεολογικά και πολιτικά ορφανός και ότι πρέπει να βγει στον δρόμο μόνος του. Τελικά, στο Σύνταγμα έχασε και το τελευταίο που της είχε απομείνει, τον δρόμο! Την εκτόπισαν οι αγουροξυπνημένοι νοικοκυραίοι!

Και καθώς η Αλέκα φτάνει στο προεδρικό μέγαρο με Lexus ο βλάξ ο Τσίπρας χαιρετίζει τους Αγανακτίστας, την ήττα της Αριστεράς δηλαδή… Μπράβο βλάκες!

h1

Godspeed – Dead Flag Blues

26/03/2011

Λόγω της ημέρας

The car’s on fire and there’s no driver at the wheel
And the sewers are all muddied with a thousand lonely suicides
And a dark wind blows
The government is corrupt
And we’re on so many drugs
With the radio on and the curtains drawn

We’re trapped in the belly of this horrible machine
And the machine is bleeding to death

The sun has fallen down
And the billboards are all leering
And the flags are all dead at the top of their poles

It went like this

The buildings tumbled in on themselves
Mothers clutching babies picked through the rubble and pulled out their hair

The skyline was beautiful on fire
All twisted metal stretching upwards
Everything washed in a thin orange haze

I said, «Kiss me, you’re beautiful..
These are truly the last days»

You grabbed my hand and we fell into it
Like a daydream or a fever

We woke up one morning and fell a little further down
For sure it’s the valley of death

I open up my wallet
And it’s full of blood

h1

Το Γιαούρτι ήταν Αγελαδίτσα (κι εγώ επέστρεψα!)

21/03/2011

(Είμαι εδώ ακόμα, λέω να επιστρέψω για πιο μόνιμα! Ελπίζω να σας έλειψα…)

Είμαι υπέρ του να γιαουρτώνουν τον Πάγκαλο, είμαι υπέρ του να κράζουν τον Καραμανλή όπου τον πετυχαίνουν, δεν με ενοχλεί καθόλου να πονάει για μερικές ημέρες ο Χατζηδάκης (αρκεί να μην πάθει τίποτα πιο σοβαρό) είμαι υπέρ της αποκαθήλωσης όλων αυτών γιατί έτσι ακριβώς πρέπει να είναι, πρέπει να νοιώσουν ότι οι θεσμοί που έχτισαν και εκπροσωπούν πεθαίνουν και ότι οι ίδιοι δεν είναι θεσμοί αλλά φυσικά πρόσωπα. Δεν είναι παντοδύναμοι που πάντα θα βρίσκονται στο απυρόβλητο αλλά έχουν από κάτω τους μια κοινωνία που βράζει την οποία οι ίδιοι κατασκεύασαν και υποτίθεται ότι εκπροσωπούν.

Το πολιτικό σύστημα στο οποίο ζούμε, το οποίο είναι σε κρίση, του οποίου είμαστε δέσμιοι χωρίς να το έχουμε επιλέξει, καθώς μας έβαλαν συμμέτοχους στο μαγαζί από τη στιγμή που γεννηθήκαμε χωρίς να μας ρωτήσουν, είναι αυτό που δόμησαν οι ίδιοι και αν δεν το δόμησαν το υποστήριξαν ή έστω το συντήρησαν αλλά ακόμα και το τελευταίο δεν είναι απενοχοποιητικό… Ακόμα κι αν τα φάγαμε μαζί, την δική μας ανάγκη να τα φάμε αντί να τα επενδύσουμε θα έπρεπε να την έχει ελέγξει και χαλιναγωγήσει ο Πάγκαλος και η παρέα του, ο Κωστάκης και τα δικά του παιδιά, αυτός ήταν ο ρόλος τους… Εδώ όμως είναι μια ζούγκλα στην οποία βασιλεύει η συλλογική ευθύνη (μαζί τα φάγαμε = φταίμε όλοι) και το «ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου» το οποίο περιέργως σε όλες τις περιπτώσεις βαραίνει μόνο τον πολίτη και ποτέ τον πολιτικό ή το κράτος.

Εδώ θα κάνω μια παύση και θα ξαναπώ για να εντυπωθεί ότι αυτή είναι η φράση που περιγράφει ακριβώς τη σχέση πολίτη – κράτους… όχι όμως και τη σχέση πολιτικού – κράτους ή πολιτικού – πολίτη!

Ο πολίτης, από τη στιγμή που γεννιέται, για το κράτος, του θεσμούς και τα όργανα του, είναι «ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Έτσι τον αντιμετωπίζει και τον μεταχειρίζεται από τα θρανία του σχολείου, τον στρατό, τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, την εφορία και το ΙΚΑ, τα δημόσια νοσοκομεία μέχρι την ώρα που πεθαίνει και δεν έχει δικαίωμα να διαλέξει ο ίδιος αν θα ταφεί ή θα αποτεφρωθεί…

Για να το επεκτείνω λίγο και να το συγκεκριμενοποιήσω, το ελληνικό κράτος είναι ένα κράτος που οι δημόσιες υπηρεσίες του δεν χορηγούν βεβαιώσεις ή πιστοποιητικά (πέραν των τυπικών), αντιθέτως ζητούν «υπεύθυνες δηλώσεις»… Αυτό είναι έναν κράτος που αρνείται να πιστοποιήσει το ίδιο, να βεβαιώσει, κοινώς δεν παίρνει θέση, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να πάρει θέση. Αντίθετα ζητά από τον πολίτη του να αναλάβει ο ίδιος την νομική ευθύνη για το οτιδήποτε και το ίδιο απλά βεβαιώνει ότι έλαβε γνώση της ανάληψης της ευθύνης. Καταλαβαίνετε;

Ας το κάνω ακόμα πιο συγκεκριμένο. Συνέβη πρόσφατα σε εφορία να ζητήσω μια βεβαίωση ότι δεν έκανα φορολογική δήλωση κατά το προηγούμενο έτος. Η εφορία αντί να ελέγξει το αληθές ή το ψευδές του ισχυρισμού μου, να συντάξει ένα έγγραφο και να το βεβαιώσει με έβαλε να υπογράψω εγώ μια υπεύθυνη δήλωση ότι εγώ «δηλώνω ότι δεν έχω υποβάλει φορολογική δήλωση και αναλαμβάνω την νομική ευθύνη αυτού που δηλώνω» και πιστοποίησε ότι έλαβε γνώση. Έλαβε γνώση όχι ότι εγώ δεν έχω υποβάλλει, αλλά ότι έχω αναλάβει την νομική ευθύνη του ισχυρισμού μου ότι «δεν έχω υποβάλλει» ώστε αν λέω ψέματα να μπορεί να με τιμωρήσει!

Το ακόμα πιο αστείο είναι το χαρτί που υπογράψαμε στον στρατό το οποίο έγραφε, «δηλώνω υπεύθυνα ότι έχω δικαίωμα άσκησης στρατιωτικής θητείας και επιθυμώ να το ασκήσω». Η τραγωδία εδώ είναι ότι αφενός βαφτίζεται δικαίωμα μια υποχρέωση και ταυτόχρονα υποχρεώνεται ο υπόχρεος να αναλάβει πλήρως την ευθύνη μιας επιλογής που δεν έκανε αλλά του φορτώθηκε.

Σε αυτό το σύμπαν (σούπα, πράμα, όπως θέλετε) πέραν της παραχάραξης της πραγματικότητας είναι προφανής η ανισοβαρής σχέση πολίτη κράτους, η ασυμμετρία ισχύος και κυρίως η απροθυμία του κράτους να αναλάβει οποιαδήποτε νομική ευθύνη. Αυτό εν πολλοίς δίνει το δικαίωμα στο κράτος να αυθαιρετεί σε βάρος των πολιτών του, να λειτουργεί μια έτσι και μια αλλιώς, να αναθέτει ευθύνες χωρίς να αναλαμβάνει καμία και τελικά να κρατάει το πολίτη δέσμιο των ευθυνών που του έχει αναθέσει.

(Παρένθεση: Όποιος από εσάς σε αυτό το σημείο σκέφτεται «μα το κράτος είναι κράτος και έτσι λειτουργεί» είναι γιατί η κοινωνική κατασκευή έπιασε και έχει αποδεχτεί τον ρόλο του εξουσιαζόμενου, έναν ρόλο που τον διδαχθήκαμε όλοι σε όλους τους «κλειστούς» χώρους από τους οποίους περάσαμε, από το σχολείο και την εκκλησία μέχρι τον στρατό και την εφορία. Σε παλαιότερα ποστ θα βρείτε την σχετική βιβλιογραφία, κυρίως Φουκώ και Ντελέζ.)

Σε αυτή τη σχέση όπου το ανεύθυνο κράτος είχε και έχει τον του ρόλο ισχυρού ρυθμιστή-ελεγκτή-τιμωρού και επικαλούμενο αφηρημένα, γενικά κι αόριστα το «κοινό καλό» διαχειρίζεται παρεμβατικά και καταχρηστικά τις ζωές και τις τύχες των πολιτών του είναι μοιραίο όταν το κράτος είναι πλέον αποδεδειγμένα τόσο αφερέγγυο οι ρόλοι να αντιστρέφονται και οι διωκόμενοι πολίτες να γίνονται διώκτες…

Είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει, οι ρόλοι πλέον έχουν αντιστραφεί για τα καλά. Ο ελεγχόμενος και διωκόμενος διεκδικεί να γίνει ελεγκτής και διώκτης. Το «δεν πληρώνω» και το γιαούρτι είναι σχετικά ήπιες αντιδράσεις και μάλιστα απόλυτα αναμενόμενες και δικαιολογημένες… Το πρώτο διεκδικεί την απόσπαση του πολίτη από τη σχέση του με το κράτος… Το δεύτερο έρχεται να πέσει σε κάποιους που δεν είναι σαν εμάς τους υπόλοιπους, δεν είναι ένοχοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου, δεν είναι καν αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Είναι αθώοι ακόμα κι όταν είναι ένοχοι!

Το γιαούρτι πέφτει σε κάποιους που απολαμβάνουν τη βουλευτική τους ασυλία ή την ασυλία που τους παρέχει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, ενώ την ίδια στιγμή ο λαός ως σύνολο και ως μονάδες παραμένουν για το κράτος ένοχοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου… Το γιαούρτι πέφτει σε κάποιους που ανέλαβαν μια ευθύνη η οποία δεν είναι νομική (λόγω ασυλίας) και μπορεί να είναι μόνο ηθική… Τα έκαναν σκατά και αυτού του είδους η τιμωρία, το γιαούρτωμα, δεν είναι παρά η ηθική τιμωρία γιατί η αλήθεια είναι ότι κάποιοι θα έπρεπε να είναι στη φυλακή… Το γιαούρτι είναι λίγο…

Κάποιοι θα πείτε «μα δεν είναι όλοι οι πολιτικοί ίδιοι, δεν φταίει ο Α, δεν φταίει ο Β»… Ίσως και να είναι έτσι, αλλά εδώ δεν μιλάμε για το τι είναι σωστό να γίνεται αλλά για το τι γίνεται και γιατί. Ακόμα κι αν είναι έτσι, ακόμα και αν οι πολιτικοί δεν είναι όλοι ίδιοι και δεν φταίνε όλοι, εγώ έχω να αντιπαραθέσω ότι για τους πολιτικούς και κυρίως για το κράτος που υπηρετούν όλοι οι πολίτες είναι ίδιοι, το ίδιο ένοχοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Γι’αυτούς φταίμε όλοι και όλοι πληρώνουμε χωρίς να μας έχει ρωτήσει κανείς ποτέ… Μπορεί να αναλογιστεί κανείς το μέγεθος αυτής της αυθαιρεσίας; Αν ναι ας την συγκρίνει με ένα γιαούρτωμα κι ας μας πει τι είναι πιο αυθαίρετο.

Πλέον και για τον πολίτη το κράτος είναι ένοχο, οι θεσμοί του είναι ένοχοι, τα φυσικά πρόσωπα είναι ένοχα γιατί έτσι είναι… Γιατί όταν επιλέγεις να συμμετέχεις στην διαχείριση της μοίρας ενός ολόκληρου λαού πρέπει να είσαι έτοιμος να υποστείς τις συνέπειες, και ειδικά όταν είσαι ως πολιτικός μέλος μιας κυβέρνησης ενός τόσο παρεμβατικού κράτους και έχεις βάλει τα χέρια σου στα σκατά ή έχεις δώσει το χέρι σου σε κάποιους που το έχουν βάλει, είναι ανόητο να ρωτάς γιατί όταν σου λένε ότι μυρίζεις!

Κι όσοι μιλούν για πολιτική ορθότητα ας αναλογιστούν ότι ο τρόπος που επιλέγει ο κόσμος να εκδηλώσει την αντίθεση και την οργή του δεν είναι παρά ο τρόπος που του δίδαξε το κράτος! Γιατί η αυτοδικία, η αυθαιρεσία, η ασέβεια και η καφρίλα είναι κάτι που ο Έλληνας διδάσκεται από τα γεννοφάσκια του, το ζει στο πετσί του από το ίδιο το κράτος και τους θεσμούς του!

(Όσοι με διαβάζατε γνωρίζετε ότι δεν είμαι καθόλου φαν του Τσίπρα, ότι δεν ανήκω σε κάποιο κόμμα ή πολιτική οργάνωση και ότι η γνώμη για την Ελληνική αριστερά και τους Έλληνες αριστερούς δεν είναι η καλύτερη. Αυτά προς αποφυγή παρεξηγήσεων)

h1

30 και κάτι… Summermix

26/08/2010

Καλοκαιράκι, ακουμπάς το μπράτσο σου στο σίδερο κι ο αέρας ανεμίζει τα λιγοστά μαλλιά σου. Δεν είσαι στην κουπαστή του κρουαζιερόπλοιου λίγο έξω από την Σαντορίνη ούτε σε κάποιο κάμπριο στην παραλιακή… Όχι  δικέ μου, είσαι στο μετρό, με ανοιχτό παράθυρο λίγο πριν τα άνω Πατήσια… Και επειδή όπως έχουμε ξαναπεί οι γαμάτοι είναι αυτόφωτοι, η γαματοσύνη σου λειτουργεί πολύ καλά και στο μετρό!

Άλλωστε, από τη στιγμή που μπήκες στο βαγόνι το γκομενάκι απέναντι σε κοιτάζει, ίσως να σε γουστάρει, ή ίσως σκέφτεται τι δουλειά έχει ένας τύπος με κοστούμι και χαρτοφύλακα κατακαλόκαιρο μέσα στο μετρό. Που να ξέρει;… Επάγγελμα «χρηματοοικονομικά» δεσποινίς, έτσι γενικά κι αόριστα γιατί ακούγεται πιο classy. Που να εξηγείς τώρα στον καθένα ότι δουλεύεις σε μια μεγάλη χρηματιστηριακή στο Κολωνάκι. Τι κι αν είσαι απλά βοηθός στο λογιστήριο, δουλεύεις Κολωνάκι δικέ μου, περνάνε λεφτά από τα χέρια σου, πολλά λεφτά… Και σου αξίζει, παρόλο που περνάνε μόνο από τα χέρια σου κι όχι από τις τσέπες σου!

Από μικρός διάβαζες με πρόγραμμα, δεν ήξερες τι θες να γίνεις και δεν σε ένοιαζε και πολύ… διάβαζες όμως γιατί αυτό ήταν το σωστό, αυτό έπρεπε κι ας μην ήξερες το γιατί, κι ας μην είχες όνειρα. Ποιος ο λόγος άλλωστε να έχεις όνειρα για τη ζωή όταν υπάρχει η ζωή, η πραγματικότητα σε κάνει πραγματιστή. Γι’ αυτό κι όταν έφτασε η στιγμή των πανελληνίων εσύ έκανες τη σωστή επιλογή, στεγνά και πραγματιστικά. Μισούσες να μαθηματικά κι έτσι πήγες τέταρτη δέσμη για να αποφύγεις τα πολλά μαθηματικά της πρώτης, λογικό… Διάβασες πολύ, για ένα χρόνο δεν σκεφτόσουν γκόμενες, καφέδες και χαβαλέ… Κάπου ανάμεσα στα διαβάσματα μόνο τραβούσες καμιά γρήγορη για να ξελαμπικάρεις κι αυτό με ενοχές καθώς σκεφτόσουν ότι όταν εσύ την έπαιζες οι ανταγωνιστές σου διάβαζαν. Εσύ όμως ήσουν καλύτερος!

Και οι γονείς σου, σου συμπαραστάθηκαν με θυσίες! Η μάνα σου πλήρωνε τους καλύτερους καθηγητές να σε προγυμνάσουν. Ο πατέρας σου, σου έταξε δίπλωμα κι αμάξι αν περάσεις… Μεγάλο το δέλεαρ… Έτσι, έδωσες και πέρασες! Τους έβγαλες όλους ασπροπρόσωπους και τσίμπησες κι αυτοκινητάκι. Ωραίος!

Τι κι αν κατέληξες σε μια σχολή που σου πέταξε στη μάπα τα μαθηματικά που προσπαθούσες να αποφύγεις;  Έτσι κι αλλιώς μια φορά το μήνα πάταγες στη σχολή, ήταν και μακριά, που να τρέχεις τώρα στον Πειραιά, μόνο στις εξεταστικές κι όποτε ξέμενες από γκόμενα. Άλλωστε, μετά το τρίτο έτος που σοβαρεύτηκες κι άρχισες να διαβάζεις έλεγες ότι αγάπησες και τα μαθηματικά και την σχολή, αν και μια αρχιτεκτόνισσα γκόμενα που γούσταρες είχε ομολογουμένως πιο ενδιαφέροντα μαθήματα στη σχολή της… Βέβαια αν είχες γίνει αρχιτέκτονας θα σε έλεγαν καλλιτέχνη κι αυτό είναι υποτιμητικό… Άσε που για να κάνεις καριέρα σε τέτοιους τομείς πρέπει να είσαι ή αδελφή ή χίπης… Αυτό σκέφτηκες και αφού ευχαρίστησες τον θεό που είσαι σε μια σχολή που σε βοήθησε να διατηρήσεις τόσο τον ανδρισμό σου, όσο και τον ενδυματολογικό σου κώδικα αναλλοίωτο, στις τρεις τελευταίες εξεταστικές σκίστηκες στο διάβασμα, (πήρες και κάποια θέματα από ένα φίλο σου ΔΑΠίτη, να είναι καλά το παιδί) και πήρες το πτυχίο στην ώρα σου… Μια χαρά…

Ορκωμοσία, σακάκι, λουλουδικό, αναμνηστικές φωτογραφίες και τα συναφή, κέρασμα σε συγγενείς και φίλους και περιφορά του πτυχίου από σπίτι σε σπίτι σαν ήταν ο επιτάφιος ώστε όλοι να πάρουν την ευλογία και να ασημώσουν. Στο καπάκι master στο London school of Economics. Η Αννούλα έκλαιγε όταν έφυγες από Ελλάδα αλλά εσύ ήσουν πιο σκληρός, ήθελες την ανεξαρτησία σου και τη χώρισες. Η μάνα σου έκανε το σκατό της παξιμάδι για να πληρώνει τα δίδακτρά σου κι εσύ δεν την πάλευες με την ομίχλη και το κρύο της Αγγλίας. Το φαγητό χάλια, fish and chips πιο αηδία κι από τα burgers στα McDonald’s, έτσι έριξες τα μούτρα σου κι έτρωγες από τα Τούρκικα μαγαζιά, τα εχθρικά, παριστάνοντας τον Ισπανό, αλλά δεν γαμιέται… Στην τελική, μπορεί να έσπασες τ’ αρχίδια σου αλλά γύρισες με master στην διοίκηση επιχειρήσεων δικέ μου… Εφόδιο, όχι μαλακίες!

Στρατός, βύσμα (ας είναι καλά ο κολλητός του μπαμπά σου που υπηρετεί στο ΓΕΣ), ζάχαρη… Σκατά δηλαδή, αλλά σε σχέση με τους άλλους φαντάρους, ζάχαρη…. Άντε, ας πούμε μαύρη ζάχαρη…

Και μετά… επιτέλους ζωή… Δύσκολα βέβαια, και η αγορά δεν μπορεί να σε απορροφήσει εύκολα, είσαι overqualified… Αλλά αυτό είναι πρόβλημα της αγοράς, όχι δικό σου, εσύ έχεις master! Άλλωστε, βρήκες τη χρηματιστηριακή στο Κολωνάκι… Δεν είναι αυτό που σπούδασες, δεν πληρώνει και πολύ καλά αλλά δεν γαμείς… είναι δύσκολη περίοδος…  Για την εποχή μια χαρά είναι! Το μόνο πρόβλημα είναι ότι πρέπει να σέρνεις καθημερινά τα σπουδαγμένα, γυαλιστερά αρχίδια σου στο Κολωνάκι, πράγμα δύσκολο…

Το Φιατάκι που σου πήρε ο μπαμπάς το ’99, πλέον ανά 20 χιλιόμετρα θέλει συνεργείο, άσε που καίει τα κέρατα σου/του…  Μετρό λοιπόν… Φοράς το κοστουμάκι σου (καθότι στη δουλειά παίζει dressing code), παίρνεις τον χαρτοφύλακα σου στον οποίο έχεις φορτώσει τον τόμο 31 (δεν είναι τυχαίος ο αριθμός, όποιος θέλει ας το ψάξει) της Σοβιετικής Εγκυκλοπαίδειας, για να φαίνεται βαρύς και κατηφορίζεις προς Περισσό, αλλαγή στο Μοναστηράκι, Ευαγγελισμός κι έφτασες. Μόνο 55 λεπτά να πας κι άλλα 55 να επιστρέψεις… Τίποτα! Το μόνο πρόβλημα είναι όταν οι μαλάκες οι συνάδελφοί σου στο γραφείο σε βλέπουν να φτάνεις με τα πόδια και ρωτάνε που πάρκαρες…  Καλά κάνεις και τους λες, «Έχω τη BMW στο συνεργείο και ήρθα με ταξί». Άλλωστε και οι ίδιοι αντίστοιχες παπάτζες σου πουλάνε, για γκόμενες, για αυτοκίνητα, μηχανές και σκάφη, ταξίδια και διακοπές…

Διακοπές… μια βδομάδα άδεια φέτος και νωρίς νωρίς… Οι παλιοί στο γραφείο καπάρωσαν τις άδειες του δεκαπενταύγουστου χωρίς να σε ρωτήσουν. Μια βδομάδα αρχές με μέσα Ιουλίου και πολύ σου ήταν… Μια χαρά η Σέριφος βέβαια… Άλλο που εσύ λες ότι πήγες Μύκονο και χτύπησες μια 22άρα Σουηδέζα με βυζί χατζαράτο…  Η αλήθεια είναι ότι η 35άρα η Ελληνίδα στη Σέριφο δεν σε χάλασε…  Πεσμένο βυζί και λίγο ζαρωμένη αλλά πολύ ωραίος κώλος, αξιοπρεπέστατος, και πολύ καλή κοπέλα… Χωρισμένη με δύο παιδία μεν, αλλά δεν έκανες καθόλου καλά που δεν σήκωσες το τηλέφωνο την τελευταία φορά που σε κάλεσε!

Μάλλον σκέφτεσαι ακόμα την Αννούλα ε;  Έμαθα ότι παντρεύεται φίλε μου… Αλλά μη μασάς ρε, ας είναι καλά η Άντζυ που σε θυμήθηκε ένα χρόνο αφού χωρίσατε. Ήταν αυτό που χρειαζόσουν αμέσως μετά τις διακοπές, bonus sex… Σε βοήθησε και ξεμπούκωσες λίγο, μετά έφυγε εκείνη για διακοπές… Βέβαια, πάνε 15 μέρες από τότε που ξαναπάτησε το πόδι της στον Πειραιά και δεν σε έχει πάρει τηλέφωνο ακόμα… Αλλά καλύτερα…  Ο μόνος λόγος που σου την έπεσε πάλι ήταν γιατί ήθελε κάποιον μαλάκα να ξεκαλοκαιριάσει. Να την πάει διακοπές, να την ταΐζει, να την ποτίζει, να της πληρώσει το ξενοδοχείο… Δικέ μου, καλά που δεν είχες άδεια τελικά, φτηνά τη γλύτωσες!… Να δεις που θα σε ξαναπάρει λίγο πριν τα Χριστούγεννα που θα ψάχνει πάλι για κομπάρσο…

Διαφθορά στην πολιτική σου λέει μετά… Μόνο στην πολιτική; Ακόμα και οι γκόμενες διεφθαρμένες είναι… Βέβαια για να λέμε  την αλήθεια περίπου όλοι είναι, και μεταξύ μας τώρα… Κι εσύ δικέ μου είσαι… σχεδόν τη σπούδασες τη διαφθορά… και σε σπούδασε!

Μη σε νοιάζει όμως, εσύ δουλεύεις στο Κολωνάκι κι η μάνα σου έκανε το σκατό της παξιμάδι για να έχεις master από το London school of economics… Τι κι αν είσαι 30 και πηγαίνεις στη δουλειά με το μετρό; Τι κι αν ο χαρτοφύλακας σου είναι άδειος; Τι κι αν φοράς σακάκι καλοκαιριάτικα; Τι κι αν ο ξάδερφος σου που δουλεύει σε συνεργείο αυτοκινήτων βγάζει περισσότερα από εσένα;… Τι κι αν το γκομενάκι απέναντι είναι κομμώτρια και δεν υπάρχει περίπτωση να τη βγάλεις γκόμενα όσο δεν έχεις BMW;… Εσύ έχεις master δικέ μου…

h1

ΣΚ στο Μαϊάμι

24/07/2010

Καλοκαιράκι,

Θάλασσα κι αλμυρό νερό. Χλωριούχο νάτριο και πλήθος από κολοβακτηρίδια και ο ηλικιωμένος κύριος παραδίπλα μάλλον κατούρησε γιατί ένοιωσα κάτι ζεστό… Παρόλα αυτά είναι γνωστές σε όλους οι ιαματικές ιδιότητες της θαλάσσης. Μπαίνεις στο νερό και το αλάτι καίει τι πληγές του σώματος… κάνοντας τον γνωστό ήχο… τσρτσρτσρτσρτσρστσρτστς.

Όμως εκτός από το σώμα ευφραίνεται και η ψυχή, ειδικά αν είσαι με έναν φραπέ στο χέρι και αράζεις χαλαρά την αρίδα σου (δεν ξέρω τι είναι η αρίδα) εκθέτοντας τη γαματοσύνη σου επάνω στην ξαπλώστρα (των 5 ευρώ την φορά) ή στην ψάθα (των 5 ευρώ και καθάρισες). Την πέφτεις, ανοίγεις την εφημερίδα και διαβάζεις σε καιρό κρίσης για τις καλοκαιρινές μεταγραφές… Ο Γκοβού έρχεται στον βαζελουά για να βγάλει μύρια κι εσύ δεν έχεις μαντήλι να κλάψεις… Κι όμως, εσύ ξέρεις ότι εσύ είσαι ο μάγκας δικέ μου… Εσύ που θα μπορείς να τον βρίζεις από την εξέδρα αφού πιο πριν έχεις πλερώσει εισιτήριο διαρκείας… Πόσο γαμάτος είσαι τελικά;

Το πραγματικό γαμάτο με τους γαμάτους είναι ότι δεν είναι ανάγκη να πάνε στην Ίμπιζα ή στη Μύκονο για να είναι γαμάτοι. Οι γαμάτοι είναι αυτόφωτοι. Αυτός είναι κι ο λόγος που η δική σου γαματοσύνη δουλεύει αρκετά καλά και στη Λούτσα την οποία κάποιοι φίλοι σου αποκαλούν Αρτέμιδα, μάλλον γιατί οι ίδιοι είναι από το Νέα Λιόσια και θέλουν να σε πείσουν ότι και η δική τους περιοχή λέγεται Ίλιον… Εσύ δεν λες τέτοιες δηθενιές ούτε έχεις τέτοια άγχη γιατί ευτυχώς μεγάλωσες στο Μενίδι που όλοι το αποκαλούν Μενίδι και κανείς δεν λέει πια Αχαρναί…

Στη Λούτσα λοιπόν κι όχι στην Αρτέμιδα… Εκεί ξεδιπλώνεις τη Σαββατιάτικη γαματοσύνη σου. Καβαλάς το παπί κι η σέλλα καίει τα μπούτια σου αλλά όλα κουλ, το ίδιο θα έκαιγε ακόμα κι αν είχες χάρλευ ντέιβιντσον, και ευτυχώς που δεν έχεις γιατί ποιος ξέρει πόσα θα ξόδευες σε βενζίνη για να πας μέχρι τη Λούτσα, άσε που δεν θα άκουγες το κινητό από τη φασαρία… Παπί και πάλι παπί δικέ μου… Βλάκες Χαρλεάδες…

Κι έτσι, κατεβαίνεις με την σαγιονάρα την Abibas στην παραλία, βάζεις μουσικούλα στο κινητό να βαράει το intro της άφιξης σου γιατί είσαι κουλ και θέλεις να το μάθουν και οι άλλοι. Βρίσκεις το σημείο που συνδυάζει γκομενάκια και φραπέ και κάθεσαι στην καυτή άμμο χωρίς να σε νοιάζει, έχεις συνηθίσει από το κάψιμο της σέλλας… Φοράς το rayban μαϊμού και rayban-ίζεις τα ανθυπογκομενίδια που κάνουν παρέλαση σουρταφέροντας τα ροζ λαδωμένα κωλαράκια τους στη Λούτσα με τουπέ που θυμίζει Μαϊάμι… Λούτσα, το δικό μας Μαϊάμι θα έλεγαν κάποιοι, εσύ όμως δικέ μου ξέρεις… το Μαϊάμι δεν είναι παρά μια αμερικάνικη Λούτσα…

Η Λούτσα είναι ο ομφαλός της γης, το ερέθισμα και ο ερεθισμός, νοιώθεις τα βάιμπς, έχεις καταφέρει να είσαι ένα με το μουσικό χαλί του διπλανού μπαρ που δονεί ρυθμικά και ελαφρώς τις τρίχες του στήθους σου, είσαι στο επίκεντρο της δράσης και το γκομενάκι απέναντι μόλις σε κοίταξε φευγαλέα. Θα γαμήσεις δικέ μου… Κοιτάς με το μοναδικό σου κουλ βλέμμα προς το μέρος της και περιμένεις να σε ξανακοιτάξει. Κοιτάζεις που και που ειρωνικά και προς τους φουσκωμένους λαδογκόμενους παραδίπλα που ξούρισαν το στήθος και το πόδι με επιμέλεια που θα την ζήλευε το πρόσωπο τους… Φλώροι… «μετροσέξουαλς», έτσι λέμε τώρα τις αδελφάρες! Εσύ είσαι ο μάγκας δικέ μου, λαϊκό παιδί, νταβραντισμένος και τριχίστατος…

Κοιτάς τους βλάκες πάλι, έβαλαν ένα μαγιό που αγόρασαν με 36 δόσεις και παίζουν ρακέτες στην καυτή άμμο τεντώνοντας τα λυγερά, σχεδόν θηλυκά, άτριχα κορμιά τους για να χτυπήσει το μπαλάκι στο ρακέτο υπό γωνία φ ελπίζοντας μετά φάλτσου να πέσει με επιτηδευμένη τυχαιότητα πλησίον της ψάθας της πιο ωραίας και φαινομενικά πιο εύκολης γκόμενας της παραλίας που εσύ μπανίζεις από ώρα και φυσικά και εκείνη σε κοίταξε. Βλάκες, σιγά μην κάνει τίποτα αυτή η γκομενάρα με τους άτριχους φλώρους, το πολύ πολύ να πέσει το μπαλάκι δίπλα της και να αναφωνήσει «σιγάααα καλέεεε»… Θα ξεκαυλώσει μονομιάς ο ρακετοπαίχτουρας. Θα της πει κι αυτός «σιγά κοπελιά, μπαλάκι είναι»… και καλά υπονοούμενο, θα ξενερώσει και το γκομενάκι κι όλα θα τελειώσουν εκεί… Σιγά μη γίνει τίποτα, αφού κανείς δεν κάνει σεξ πια…

Όπα, τι σου έλεγα δικέ μου; Να έπεσε το μπαλάκι δίπλα της, και καλά τυχαία… Χα… Δες τον βλάκα, πήγε εκεί και της μιλάει… Ανοίγει το τσαντάκι της, φωτιά της ζήτησε, της κάνει το κλασσικό καμάκι του κώλου… Τι κάνει εκεί; του δίνει το κινητό της… Μμμμ… Δεν βαριέσαι, σιγά τη γκόμενα, πολύ αδύνατη τελικά, ξεγελάστηκες από την απόσταση… Η Ελενίτσα είναι μακράν καλύτερη, έχει λίγο κυτταρίτιδα βέβαια και πρέπει να κάνει κάτι με το μουστάκι της. Αλλά έχει βυζάρες, τούμπανο… Αν την είχες πάρει μαζί δικέ μου θα είχε γεμίσει ο κόσμος μπαλάκια γύρω σας…

Ρουφολογάς το καφεδάκι σου και ετοιμάζεσαι για βουτιά… Ώπα μεγάλε, πρέπει να βγάλεις το μπλουζάκι σου πρώτα… Έτσι μπράβο… Χαϊδεύεις την λευκή τριχωτή κοιλίτσα σου και περπατάς με αυτοπεποίθηση προς το κύμα. Τα βλέμματα στρέφονται προς το μέρος σου, εσύ στέκεσαι ευθυτενής και περπατάς ευθεία κοιτώντας μπροστά, προσποιούμενος ότι δεν βλέπεις το αλαλάζων πλήθος… Είσαι ο σταρ της παραλίας, ο πρίγκιπας της Λούτσας… Δικέ μου, από Δευτέρα θα ξεφτιλίζεσαι για 700 ευρώ, σήμερα όμως είσαι ο αυτοκράτορας του Σαββατοκύριακου!…

h1

Από την Οικολογία στην Αυτονομία

05/06/2010

[…Στο κέντρο της προσοχής του οικολογικού κινήματος είναι ολόκληρη η αντίληψη, ολόκληρη η τοποθέτηση των σχέσεων ανάμεσα στην ανθρωπότητα και τον περιβάλλοντα κόσμο, και τελικά το θεμελιακό και αιώνιο ερώτημα: Τι είναι η ανθρώπινη ζωή; Ζούμε για ποιο λόγο;

Στο ερώτημα τούτο υπάρχει κιόλας μια απάντηση, και είναι γνωστή: είναι η καπιταλιστική απάντηση. Επιτρέψτε μου εδώ να κάνω μια παρένθεση και μια σύντομη αναδρομή. Η ωραιότερη και η πιο λακωνική διατύπωση του πνεύματος του καπιταλισμού που γνωρίζω, είναι η γνωστή προγραμματική ρήση του Καρτέσιου: να φτάσουμε στη γνώση και την αλήθεια για «να γίνουμε αφέντες και κτήτορες της φύσης». Σ’ αυτή την απόφαση του μεγάλου ορθολογιστή φιλόσοφου βλέπουμε με τον εναργέστερο τρόπο την αυταπάτη, την τρέλα, τον παραλογισμό του καπιταλισμού (όπως επίσης και μιας ορισμένης φιλοσοφίας και μιας ορισμένης θεσμολογίας που προηγήθηκαν απ’ αυτόν). Τι σημαίνει να γίνουμε αφέντες και κτήτορες της φύσης; Σημειώστε επίσης πως πάνω σε τούτη τη δίχως νόημα ιδέα θεμελιώνονται τόσο ο καπιταλισμός όσο και το έργο του Μαρξ και ο μαρξισμός…]

Κορνήλιος Καστοριάδης – Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, Από την Οικολογία στην Αυτονομία, Εκδόσεις Κέδρος, 1981, σελ 32

h1

Ταχυδρομείο

16/05/2010

Το δημοσιεύω χωρίς σχολιασμό. Μου το έστειλε η φίλη μου Μ.Κ.

Μεσημέρι Δευτέρας στο ελληνικό ταχυδρομείο… Λιγοστός κόσμος στην ουρά, ταχεία εξυπηρέτηση, σκέφτηκα. Ο στόχος; η αποστολή δέματος στην Αμερική… Το ζυγίζουν, το κόστος είναι μεγάλο, μου λένε. Μην ανησυχείτε, απαντώ, είναι από σχολική επιτροπή, αρκεί να κοπεί ένα τιμολόγιο…
Πάγωμα…
-Αυτό είναι αδύνατο, παίρνει πολύ χρόνο κι εδώ περιμένουν τόσοι στην ουρά…
-Μα , ξέρετε χρειάζονται τα στοιχεία του σχολείου για να πάρω κι εγώ πίσω τα χρήματά μου…
-Αποκλείεται,σας εξηγώ, είναι πολύπλοκη διαδικασία και χρονοβόρα…
– Να κοπεί ένα τιμολόγιο;
-Βεβαίως, θα πρέπει να σας κάνουμε πελάτη πρώτα, αλλά θα περιμένετε να εξυπηρετήσω όλη τη σειρά κι έπειτα εσάς…
Αποτραβιέμαι σε μια άκρη, ώσπου να τελειώσει η ουρά (γύρω στα 45 λεπτά)…
Στο μεταξύ έρχεται ένας γεράκος, αλαφιασμένος κουβαλώντας ένα δέμα. Να, να να το αφήσω εδώ είναι βαρύ…
-Στην ουρά κύριε!
-Ένα δέμα να στείλω…
– Στην ουρά…
Όταν έρχεται η σειρά του…
-Δελτίο αποστολής έχετε;
-Μάνα μου, δεν ξέρω γράμματα…
-Τι;; Και τι ήρθατε να κάνετε εδώ; Δεν ξέρετε γράμματα; Και ποιος θα σας το γράψει; Εγώ;
Νιώθω την οργή μου να ξεχειλίζει…
Και τελικά αναρωτιέμαι… ποιος από τους δύο είναι ο αναλφάβητος;
Περίμενα άλλα 15 λεπτά, το τιμολόγιο δεν κόπηκε, (έγιναν δύο προσπάθειες) βλέπετε δεν είναι δα κι εύκολο πράγμα… Κατά την έξοδό μου ο κόσμος είχε φτάσει ως το πεζοδρόμιο…

h1

Μεταξύ μαλακίας και ουτοπίας

02/05/2010

Διαβάζω τα μπλογκς κάποιων φίλων και αναρωτιέμαι αν τελικά υπάρχει πάτος σε αυτό το χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και ουτοπίας. Αυτός είναι ο καιάδας που η ελληνική αριστερά πετάει τα παιδιά της εδώ και 35 χρόνια.

Αρχικά, είναι πολύ ευρύς ο όρος «Αριστερά» για να περιγράψει με σαφήνεια την σημερινή στάση ή μάλλον το συνονθύλευμα από πολλές διαφορετικές στάσεις κομμάτων – συνδικαλιστών – οργανώσεων κλπ που ανήκουν στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς. Ο Αλέξης (και δεν ξέρω αν συμφωνούν όλες οι συνιστώσες) θέλει δημοψήφισμα για το ΔΝΤ λες και ο λαός απαρτίζεται από οικονομολόγους, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι με αυτόν τον τρόπο νομιμοποιεί τον Καρατζαφέρη που ζητάει κι αυτός δημοψηφίσματα every now and then. Στον Περισσό η Αλέκα φαντασιώνεται τα κεφάλια των πλουτοκρατών (των οποίων τα ονόματα τα ξέρει αλλά δεν τα λέει) σε πιάτο και την επανάσταση να ξεκινάει αύριο από το σύνταγμα αλλά να την κάνουν κάποιοι άλλοι, όχι τα λαμόγια οι νεοέλληνες που ονειρεύονταν πισίνες και αυτοκίνητα, χωρίς βέβαια να μας λέει που θα βρεθούν αυτοί οι άλλοι και φυσικά χωρίς να αναρωτιέται αν υπάρχουν και πόσοι είναι (ελάχιστοι). Οι εξωκοινοβουλευτικοί λένε κι αυτοί τα δικά τους αλλά δεν ακούγονται, (και πως να ακουστούν; δεν φτάνουν λίγες εφημερίδες και λίγα blogs).Η όλη κατάσταση απλά σκιαγραφεί με λίγο μεγαλύτερη σαφήνεια από ότι στο παρελθόν το πόσο έχει εκφυλιστεί, μαζί με όλα τα άλλα, και η αριστερά. Αυτός είναι κι ο λόγος που ο Έλληνας είναι πλέον τόσο απαισιόδοξος, και στατιστικά, παρόλο που τα ποσοστά των άλλων πέφτουν τα αριστερά κόμματα μένουν περίπου στα ίδια χωρίς να πιστώνονται την λαϊκή οργή.

Διάβαζα σε φιλικό μπλογκ ότι εδώ και δύο βδομάδες «γίνονται ζυμώσεις κι αυτό είναι θετικό και μπλα μπλα μπλα». Αυτά είναι όμορφα αλλά τουλάχιστον αστεία, οι ζυμώσεις δεν γίνονται εδώ και δυο βδομάδες αλλά επί 35 χρόνια. Στο μεταξύ μεσολάβησαν η κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η είσοδος της χώρας στην ΕΕ, η είσοδος στην ΟΝΕ, οι Ολυμπιακοί αγώνες κλπ κλπ. Είναι άλλοι λοιπόν αυτοί που ζυμώνουν και διαμορφώνουν τις εξελίξεις, η αριστερά δεν ζυμώνει, απλά κοσκινίζει τις εξελίξεις οι οποίες τρέχουν και επί 35 χρόνια απλά βυθίζεται στον διχασμό γιατί ο καθένας κρατάει διαφορετικό κόσκινο, βλέπει μόνο μέσα από αυτό και χάνει την πραγματικότητα. Και δικαιολογημένα, το να περιμένουμε από την αριστερά (αυτή την αριστερά), αυτή τη στιγμή, σε περίοδο κρίσης και χωρίς να υπάρχει ψυχραιμία, να κάνει αυτό που δεν κατάφερε εδώ και 35 χρόνια, δηλαδή να συνταχθεί σε ένα ενιαίο μέτωπο, να ανοίξει τα αυτιά της και να ακούσει (αντί να καπελώνει ή να εξοστρακίζει) τις φωνές των μη ενταγμένων και να βρει πραγματικές προτάσεις για το μετά, απαιτεί περισσότερο πίστη στη μεταφυσική από όσο οι περισσότεροι από εμάς (αριστεροί όντες) θα μπορούσαμε να δεχθούμε. Η αριστερά είναι στον κόσμο της, αδυνατεί όχι μόνο να κάνει προτάσεις, αλλά να κάνει στοιχειώδεις αναλύσεις, να παράξει αναγνώσεις της πραγματικότητας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δηλώσεις Παπαρήγα για τα γεγονότα του Δεκεμβρίου, όταν έβγαινε από το μέγαρο Μαξίμου, «Να σταματήσει ο ΣΥΡΙΖΑ να χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων». Αυτή ήταν η βαθυστόχαστη ανάγνωση της Αλέκας, αυτό βρήκε να πει για την έκρηξη μιας συσσωρευμένης κοινωνικής οργής που πυροδοτήθηκε από την εκτέλεση ενός μικρού παιδιού.

Και ρωτάω λοιπόν, μετά από αυτό για ποιο λόγο να συνταχθεί κάποιος μη ενταγμένος με την Αλέκα; Για ποιο λόγο να συμπορευθεί με το ΠΑΜΕ ή με τον Τσίπρα; Για ποιο λόγο να επιθυμεί κανείς μια συστημική αλλαγή που θα έρθει από κάποιους σαν αυτούς; Γιατί αν δεν έρθει από αυτούς δεν έρθει από κανέναν για έναν πολύ απλό λόγο… Γιατί το όνειρο των υπολοίπων δεν είναι η σοσιαλιστική ουτοπία αλλά μια μαύρη Καγιέν. Προσωπικά, δεν θέλω επανάσταση γιατί δεν εμπιστεύομαι κανέναν για να την κάνει (και μη μου πείτε θα την κάνει ο λαός γιατί ειδικά αυτόν τον λαό δεν τον εμπιστεύομαι, δεν έχω κανένα λόγο)

Κάποια φίλη σε ένα blog, απέδιδε την έλλειψη εναλλακτικής πρότασης από την αριστερά στο γεγονός ότι δεν είχε προβλέψει την κρίση… Λάθος! Τι δεν είχε προβλέψει; Την κατάρρευση μιας οικονομικής δομής που βασίζεται στο χρέος και την υπεραξία και λέγεται καπιταλισμός; Μα όχι απλά το έχει προβλέψει αλλά πάνω σε αυτό χτίζεται όλη η ρητορική και η ιδεολογία της, αυτό διδάσκει ότι θα συμβεί, αυτή η κατάρρευση είναι η δικαίωση και μαζί η λύτρωση που περιμένει η αριστερά και αντί να πιάσει την ευκαιρία, να δώσει προτάσεις και απαντήσεις, αυτή μπροστά στην ιστορική συγκυρία δεν είναι έτοιμη (και δεν είναι η πρώτη φορά). Τραγικό είναι αυτό, δεν συμβαίνει κάτι που ήταν μη αναμενόμενο αλλά ακριβώς το αναμενόμενο και είναι αυτονόητο ότι το είχε προβλέψει. Γιατί, αν δεν το είχε προβλέψει τότε η επιστημονικότητα την οποία επικαλείται η αριστερά (και ειδικά το ΚΚΕ) όταν μιλά για ζητήματα οικονομίας (και μάλιστα όχι μόνο για ανάλυση της ήδη υπάρχουσας κατάστασης αλλά και για σύνθεση) δεν είναι παρά ένας επιστημονισμός της κακιάς ώρας (δεν είναι ακριβώς τόσο χάλια αλλά τέλος πάντων).

Στην τελική, δεν χρειάζονται πολλές σκέψεις και συζητήσεις για να βρει η αριστερά ποια τρύπα πρέπει να βουλώσει πρώτα όταν το πλοίο βουλιάζει, ειδικά όταν οι τρύπες ανοίγονταν μια μια στην διάρκεια των 35 χρόνων μεταπολίτευσης και μαζί με τους άλλους τις άνοιγε και η ίδια η αριστερά ή έστω τις έβλεπε να ανοίγουν και δεν τις έκλεινε. Στην τελική από την αριστερά, και ειδικά από αυτή την αριστερά που ήταν μέσα στο καράβι (την κοινοβουλευτική) δεν θα έπρεπε να περιμένει ο λαός την σωτηρία την ύστατη ώρα, θέλαμε προτάσεις πολύ πιο πριν, δεν τις έδωσε και είναι υπόλογη γι’ αυτό. Η αριστερά (και ειδικά η κοινοβουλευτική) έχει κι αυτή το δικό της μερίδιο ευθύνης για το γεγονός ότι βουλιάζει το καράβι, όχι το μεγαλύτερο μερίδιο, αλλά μεγάλο… Άλλωστε η κρίση εκτός από οικονομική είναι και κοινωνική και πολιτική (εδώ και 35 χρόνια) και αυτό το κουβαλάει στα σπλάχνα της και η αριστερά.

Τις τελευταίες μέρες αισθάνομαι πολύ νευριασμένος με όλα, δεν υπάρχει σοβαρότητα πουθενά, δεν υπάρχει καμία σοβαρή ανάλυση, δεν υπάρχει τίποτα για να πιαστεί κανείς και να ελπίζει, και κυρίως δεν υπάρχει κανένας που να μπορώ να πω ότι είναι καθαρός και δικαιούται να μιλάει, όλα βρωμάνε, κι εγώ ακόμα. Αυτό που με ενοχλεί πιο πολύ όμως είναι ότι όλα τα παραπάνω τα αποδίδω εξίσου στην αριστερά η οποία με κάνει να μην ελπίζω σε τίποτα και να μη θέλω να ελπίζω ακριβώς γιατί η ελπίδα έχει καταλήξει να είναι ο αυτοσκοπός για την αριστερά. Δεν ενδιαφέρει πλέον η αλλαγή πρακτικά και πραγματικά αλλά η ελπίδα για την αλλαγή με πίστη σε ένα συγκεκριμένο τρόπο που θα την φέρει. Είναι ο ίδιος λόγος, η αναζήτηση της ελπίδας, που κάνει κάποιους να πιστεύουν στον θεό. Το να περιμένω κάτι θετικό σήμερα από την αριστερά προϋποθέτει λοιπόν κάτι σαν θρησκευτική πίστη αλλά πλέον προτιμώ να είμαι πραγματιστής και κυνικός παρά ουτοπιστής, αιθεροβάμον και, ακόμα χειρότερα, πιστός. Δεν ελπίζω λοιπόν και δεν θέλω να ελπίζω και γι’ αυτό δεν θα συμπαραταχθώ με κανέναν, στην τελική κάποιοι αριστεροί δεν άκουσαν τύπους σαν τον Καστοριάδη, γιατί να ακούσουν εμένα, εσένα… Άσε που με όλους αυτούς που βλέπω να διεκδικούν την αλλαγή δεν πιστεύω πια ότι η επανάσταση θα είναι καλύτερη από το ΔΝΤ… Γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα είναι οι αριστεροί.

(πριν βιαστείτε να μου αποδώσετε οτιδήποτε, διαβάστε μερικά ακόμα ποστς σε αυτό το blog, μπορεί να αλλάξετε γνώμη)

h1

Μαμά, μπαμπά, με δείχνει η τηλεόραση!

31/03/2010

Στην τηλεόραση που θα με καλέσουν θα μιλήσω για την τελευταία μου φωτογράφιση και στην επόμενη φωτογράφιση θα βγω λίγο πιο προκλητικά για να με ξαναδείξει η τηλεόραση και την επόμενη φορά που θα πάω στην τηλεόραση θα δείξω και λίγο βυζί (λίγο μόνο) να γίνω πιο πόπιουλαρ μπας και βρεθεί κανένας πενηνταπεντάρης λεφτάς κι εργένης να με πάρει από τα αλώνια στα σαλόνια, να κάνουμε κι έναν γάμο (σε εκκλησία πάντα) με είκοσι χιλιάδες καλεσμένους και ζωντανή σύνδεση με το δελτίο των 9, να κάνουμε κι ένα παιδί να το φωτογραφίζουμε κι αυτό εδώ κι εκεί, χωρίς να το ρωτήσουμε… Μέχρι να μπει τρίτο πρόσωπο ανάμεσα μας, να τσακωθούμε και να αποφασίσουμε το διαζύγιο και να στείλουμε και δελτίο τύπου… πριν καταθέσουμε αίτηση διαζυγίου…

Μέσα σε αυτό το σύμπαν των τηλεοπτικά διαζευγμένων, ερωτευμένων, παντρεμένων και σε όλες τις περιπτώσεις τηλε-εκδιδομένων η Τζούλια θα μπορούσε να είναι η πιο αξιοπρεπής όλων αν δεν είχε πει αυτό το «εμού και του ιδίου» αναφερώμενη στην κάμερα που την κατέγραφε και ισχυριζόμενη αρχικά ότι δεν γνώριζε. Αντίθετα, από την αρχή θα έπρεπε να είχε πει σε όλους αυτούς τους αυτόκλητους σωτήρες της κάτι άλλο, «ναι ρε μαλάκες, έκανα τσόντα και το έκανα για τα λεφτά», κι αυτό είναι τουλάχιστον ειλικρινές και σίγουρα λιγότερο χυδαίο από την σχεδόν καθολική, συγκαλυμμένη χυδαιότητα που παρελαύνει στην TV πίσω από μια μάσκα σοβαροφάνειας, ηθικολογίας και καθωσπρεπισμού.

Ίσως σας φανεί σοκαριστικό, αλλά θεωρώ ότι το πορνό είναι πιο ειλικρινές και καθαρό σαν προϊόν από αυτό που πλασάρει η ιδιωτική τηλεόραση καθημερινά. Αυτό βέβαια με την προϋπόθεση ότι γίνεται με τη συγκατάθεση των συμμετεχόντων, συνήθως μιας ενήλικης κυρίας και ενός ενηλίκου κυρίου, ή ακόμα και σε πιο μπερδεμένους συνδυασμούς, κύριος με κύριο, κυρία με κυρία, κύριοι και κυρίες κλπ αλλά μεταξύ ενηλίκων πάντα. Εκτός από τος πιθανούς συνδυασμούς μεταξύ των παρτενέρ στην τσόντα τα πράγματα είναι συνήθως ξεκάθαρα, δεν σε μπερδεύει κάτι, πληρώνεις την τιμή που ορίζει ο παραγωγός και ξέρεις περίπου τι θα δεις και πως. Αν θες υπόθεση βρίσκεις μια ταινία με υπόθεση, αν όχι βρίσκεις μια χωρίς, πάντα όμως είναι χωρίς διαφημίσεις και διακοπές και κουραστικές αναβολές. Αν δεν σου αρέσουν τα προκαταρκτικά πας στο κυρίως πιάτο με fast forward και αν σε τρώει η περιέργεια με τον ίδιο τρόπο το πας στο τέλος, αν και μάλλον ξέρεις από την αρχή τι θα γίνει στο τέλος, εκτός αν είσαι πολύ μικρός ή πολύ αθώος και δεν ξέρεις ακόμα ότι τα μωρά ΔΕΝ τα φέρνει ο πελαργός! (sorry guys) Τέλος πάντων, αυτό που θέλω να πω είναι ότι, σε κάθε περίπτωση, στην τσόντα υπάρχει, αρχή, μέση και κυρίως τέλος (και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα).

Αντίθετα στο ελληνικό τηλεοπτικό σύμπαν δεν υπάρχει αρχή και κυρίως δεν υπάρχει τέλος. Επικρατούν τα συνεχή υπονοούμενα, τα ψευτο-κουτο-πόνηρα σχόλια, το cliché και κακόγουστο σεξουαλικό χιούμορ, τα αβυσσαλέα ντεκολτέ και οι κοντές φούστες, η περιφορά μιας ανικανοποίητης ή και επιτηδευμένης λαγνείας από δημοσιογράφους, παρουσιαστές, καλεσμένους, ηθοποιούς, τραγουδιστές, μοντέλα, στάρλετς της μιας νύχτας, παίκτες τηλεπαιχνιδιών κλπ κλπ. Για να επιστρέψω στην αναλογία με την τσόντα η ελληνική TV είναι σαν ερωτικό παιχνίδι που μένει στα προκαταρκτικά, τα οποία μοιάζουν να αφήνουν μια διαρκώς επεκτεινόμενη και ανακυκλούμενη υπόσχεση για σεξ, για ένα σεξ που διαρκώς αναβάλλεται και τελικά ποτέ δεν γίνεται, κι όταν πάει να ξεκινήσει κόβεται ή καλύτερα όταν κόβεται δίνει την εντύπωση ότι θα ξεκινούσε.

Μπορώ να βρω πάρα πολλά παραδείγματα, ξεκινώντας από τα προφανή και άμεσα που ακολουθούν είτε τα Μπερλουσκονικά τηλεοπτικά πρότυπα είτε αυτά των χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ.

Στην πρώτη περίπτωση η βασική Μπερλουσκονική ιδέα (την οποία μοιάζει να επιθυμεί να ακολουθήσει και στην πολιτική) είναι απλή και γι’ αυτό επιτυχής. Γεμίζουμε ένα πάνελ με ωραίες νέες γυναίκες, κατά προτίμηση ημίγυμνες, ή ακόμα καλύτερα ελαφρά ντυμένες. Η δουλειά τους είναι κυρίως να λικνίζονται, με τρόπο που υπόσχεται να αποκαλύψει, είτε από πρόθεση είτε από ατύχημα, περισσότερα από όσα ποτέ θα επιτρεπόταν πραγματικά στον θεατή να δει (και από όσα ποτέ θα δει). Συνεργός και συνάμα εμπόδιο στην θέαση ο χειριστής της κλειδαρότρυπας, ο καμεραμάν, ο οποίος με βιαστικά πλάνα θα δείξει κλεφτά και στιγμιαία τον ποπό ή το στήθος της χορεύτριας χωρίς όμως να επιμείνει σε αυτά τα σημεία, όλα είναι τόσο έντεχνα φτιαγμένα ώστε να κατανέμουν σωστά τις δόσεις τυχαιότητας και σκοπιμότητας του πλάνου, ώστε παίζοντας με τον τηλεθεατή να του γενούν διαρκώς και να μεταθέτουν την προσδοκία… Για ποιο πράγμα; ίσως για ένα στιγμιαίο βλέμμα στο εσώρουχο, για λίγο παραπάνω εκτεθειμένο στήθος από όσο συνήθως, για λίγο περισσότερο μπούτι και έτσι η προσδοκία διατηρείται, μετατίθεται, διογκώνεται μέχρι που στο τέλος… Στο τέλος «κυρίες και κύριοι ένα διάλλειμα για διαφημίσεις!». Στοιχεία από το παραπάνω μοντέλο τηλεόρασης μπορείτε να βρείτε σε πολλές πρωινές εκπομπές, σε κάποια μεσημεριανά προγράμματα, μερικώς στις ειδήσεις του Star και βεβαίως στον Θέμο Αναστασιάδη.

Στην δεύτερη περίπτωση, η λογική του πρώην ανατολικού μπλοκ είναι παρόμοια αλλά λίγο πιο ακραία, κι αυτό όχι γιατί το γυμνό ή το λάγνο είναι ακραίο από μόνο του, αλλά γιατί γίνεται ακραίο όταν αποτελεί αυτοσκοπό και καταλήγει να εισβάλλει παντού, ακόμα κι εκεί που δεν έχει θέση. Κάπως έτσι μια όμορφη κοπέλα καταλήγει να γδύνεται μπροστά σε χάρτες με θερμοκρασίες, ανέμους και βαρομετρικά, εκφωνώντας το δελτίο καιρού σαν sexy Μελανίτης. Βέβαια η ελληνική πρωτοτυπία θριαμβεύει και εδώ, γιατί ενώ η Ρωσίδα πρωτοπόρος «Πετρούλα» δεν δίστασε να γδυθεί εντελώς, η ελληνική εκδοχή της, έφτασε μέχρι τα εσώρουχα και για να μπορέσει να κρατήσει το ενδιαφέρον των τηλεθεατών αμείωτο χωρίς να χρειαστεί να βγάλει κι άλλα, επιστράτευσε ένα αφόρητα επιτηδευμένο νάζι, με την ελπίδα να καλύψει τη διαφορά στήθους… Στήθος το οποίο δεν θα είχε πρόβλημα να μας δείξει αν δεν υπήρχε το ραδιοτηλεοπτικό. Άλλωστε γι’ αυτό υπάρχουν και οι γυμνές φωτογραφίσεις σε περιοδικά, κάπως πρέπει να ζήσουν και αυτά…

Κι αν τα παραπάνω είναι τα άμεσα και προφανή, η ιστορία της τηλεοπτικής λαγνείας, της μετατιθέμενης σεξουαλικότητας, της πονηρής κλεφτής ματιάς που γεννά την επιθυμία της προσδοκίας και την προσδοκία της επιθυμίας, είναι μόνο η αρχή της από τηλεοράσεως διείσδυσης στο άβατο του άλλου.
Είναι εκπληκτικό και μαζί τρομακτικό το πώς ακόμα και η μαγειρική γίνεται αντικείμενο και αφορμή για την καλλιέργεια του φαντασιακού, για παιχνίδι με σεξουαλικά υπονοούμενα, κι ακόμα κι όταν το ερωτικό και λάγνο μοιάζει να απουσιάζει παντελώς αυτό που παραμένει ίδιο με αυτά που περιγράφονται παραπάνω είναι η έκθεση των κάθε είδους αποκρύφων με τρόπο αντικανονικό και χυδαίο σε βαθμό ενοχλητικό όταν συχνά όλο αυτό φέρει μια επίπλαστη μάσκα ηθικής, καλοσύνης και φιλανθρωπίας από την πλευρά των τηλεοπτικών παραγωγών.

Έτσι, αφού σου μαγειρέψουμε και οι έξι και διαλέξεις με ποιον θα πας ταξίδι, σου φτιάχνουμε το σπίτι, το εστιατόριο, το ξενοδοχείο, διακανονίζουμε τα χρέη σου και τελικά σου βρίσκουμε νύφη ή γαμπρό, κατά προτίμηση αγρότη, ή αν έχεις χωρίσει σε αφήνουμε να έρθεις σε εμάς να ξεφτιλίσεις τον πρώην σου στο πανελλήνιο που θα σε κοιτάζει αποσβολωμένο καθώς θα ξοδεύεις το Γουορχολικό δεκαπεντάλεπτο σου. Αυτό που θέλουμε γι’ αντάλλαγμα σε αυτά τα δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας είναι τα άπλυτα σου, τα απόκρυφα σου, τα απαγορευμένα σου, τελικά εσένα τον ίδιο να σε ταΐσουμε στο τηλεοπτικό κοινό που είναι έτοιμο να σε φάει, από μίσος ή από αγάπη (όπως στην ταινία «το άρωμα»).

Η προσδοκία του τηλεθεατή, δεν είναι το καλό ή το κακό, είναι η προσδοκία της κλειδαρότρυπας, η ηδονή από την κλεφτή ματιά από τον καναπέ του στο απαγορευμένο του άλλου, στο απαγορευμένο του σώματος του, στο απαγορευμένο του χώρου του, στο απαγορευμένο των συναισθημάτων του, στο απαγορευμένο του παρελθόντος του, του παρόντος του, των προσδοκιών του άλλου για τον μέλλον… Στο απαγορευμένο της ζωής του, το ιδιωτικό! Ακόμα κι αν μας φαίνεται ότι αυτό δεν έχει να του δώσει κάτι άμεσα, είναι βέβαιο ότι ο τηλεθεατής θα βρει κάτι να πάρει. Ενδεχομένως να ικανοποιήσει την δίψα του για ασφάλεια, ή να επιβεβαιώσει τις ανασφάλειες του, πιθανόν να αναζητήσει την θέση του ανάμεσα στους άλλους, να βρει κοινά και διαφορές με τους άλλους, σε κάθε περίπτωση είναι βέβαιο ότι θα βρει λόγο και τρόπο να ετεροπροσδιοριστεί, ταυτιζόμενος ή διαφοροποιούμενος με τους πρωταγωνιστές που βλέπει στον δέκτη του.
Σε αυτό που περιγράφεται πιο πάνω, η επαφή με το άλλο, με τον άλλο, δεν είναι άμεση, δεν είναι διαλεκτική, δεν είναι καν διαδραστική. Είναι μια κατανάλωση που γίνεται αποκλειστικά από την οθόνη, παθητικά, γραμμικά και κυρίως μοναχικά! Όπως συνήθως καταναλώνεται και το πορνό…
Κάπου εδώ τραβάω την γραμμή και αφήνω να σκεφτεί ο καθένας μόνος του τι είναι πιο ηθικό, πιο έντιμο, πιο ανθρώπινο ή ίσως λιγότερο απάνθρωπο.

Τη δική μου άποψη θα την πω επιστρέφοντας στα της τσόντας. Το πρόβλημα της ελληνικής τηλεόρασης με την Τζούλια δεν είναι ηθικό, δεν αφορά μια συνείδηση για ένα κοινό καλό ή για μια δημόσια αιδώ που εθίγη. Το πρόβλημα τους δεν έχει να κάνει με κάποιο είδος ενδιαφέροντος για το καλό της ίδιας της κοπέλας. Το πρόβλημα τους είναι ότι δεν μπορούν να είναι οι ίδιοι οι παραγωγοί της τσόντας, οι ίδιοι παράγουν μόνο προκαταρκτικά, κλειδαρότρυπα χωρίς εκτόνωση, αυτό τους ενδιαφέρει, αυτό ανεβάζει θεαματικότητες και πουλάει τηλεοπτικό χρόνο για διαφημίσεις. Άλλωστε μέχρι τόσο τους επιτρέπει το ΕΣΡ. Η Τζούλια, ένα από τα υποπροϊόντα αυτής της TV και ένα από τα κύρια θέματα της κλειδαρότρυπας τους τα χάλασε, άνοιξε τη πόρτα, ξέφυγε από τα διαρκή προκαταρκτικά της ελληνικής TV, από τα κλεφτά πλάνα που αναζητούσαν να δείξουν στιγμιαία το στρινγκ της και έκανε βρώμικο σεξ μπροστά σε όλους υπό το φως των προβολέων και με την παρουσία κάμερας.

Αυτόματα, αυτό σήμανε και τυπικά ένα τέλος, το τέλος της αθωότητας της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης, ή καλύτερα της αθωότητας την οποία επιχειρούσε να πλασάρει η ελληνική TV χωρίς όμως να είναι καθόλου αθώα. Η Τζούλια άλλωστε είναι παιδί (ίσως το παιδί, με οριστικό άρθρο) της ιδιωτικής τηλεόρασης καθώς εκεί βρέθηκε από μικρή, εκεί μεγάλωσε, εκεί ενηλικιώθηκε κι έγινε γνωστή, εκεί δημοσιευόταν η ζωή της, εκεί αρχικά απολογήθηκε λέγοντας ψέματα για το DVD και εκεί αργότερα παραδέχθηκε ότι πληρώθηκε… εκεί ποιος ξέρει τι άλλο; Δεν θυμίζει όλο αυτό την ταινία Truman Show; Η ζωή της κοπέλας αυτής ήταν τσόντα και reality show μαζί, πριν η ίδια γυρίσει το DVD η τηλεόραση την χρησιμοποιούσε, την εξύψωνε, την καταδίωκε, την κατέκρινε, τελικά έκανε τα πάντα για να την παραδώσει στο τηλεοπτικό κοινό ως εικόνα που πουλάει (προς βρώση, κατακραυγή, ερωτική τέρψη κλπ), αλλά δεν έκανε τίποτα για να την προστατεύσει ως άνθρωπο…

Βέβαια, για να αποφύγω παρεξηγήσεις, παρόλο που ενοχοποιώ την τηλεόραση και το σύστημα της showbiz, σε καμία περίπτωση δεν εννοώ ότι το DVD είναι το αυτόματο αποτέλεσμα αυτής της τηλεοπτικής χυδαίας υπερ-έκθεσης. Όμως συνέβαλε σε πολύ μεγάλο βαθμό, πλάθοντας γύρω από την κοπέλα ένα περιβάλλον που ευνοούσε μια αντίδραση Ηροστρατικού τύπου. «Αφού δεν με γουστάρετε όπως είμαι, γι’ αυτό που είμαι και δεν μπορείτε να με δεχθείτε και να με θυμάστε ως κάτι καλό θα σας κάνω να με θυμάστε με κάτι κακό»… Στόχος της ήταν αποκλειστικά η εντύπωση και τα μισάνοιχτα στόματα, ο λόγος που θα τα κρατούσε μισάνοιχτα ήταν αδιάφορος, αρκεί να μείνουν μισάνοιχτα… έτσι νόμιζε ότι έπρεπε γιατί έτσι την έμαθε η ίδια η TV…

Εγώ πάντως παραμένω αντιστάρ… Η δημοσιογράφος μπροστά από τον σταθμό του ηλεκτρικού, ευγενέστατη και με κλειστή την κάμερα με ρώτησε, «θα μας πείτε κάτι για την κρίση, για την ανεργία στους νέους;»… Κι εγώ της απάντησα «Δεν γίνεται… Δεν με αφήνει η μαμά μου!»… Μάλλον γιατί η απάντηση στο ερώτημα ήταν πιο hardcore από την τσόντα της Τζούλιας! (με πολλά μπιπ και X σε κόκκινο κύκλο)

h1

Αθήνα – Βερολίνο μέσω Καλαβρύτων… Η Ελληνική εφευρετικότητα!

06/03/2010

Δευτέρα πρωί, το υψωμένο μεσαίο δάχτυλο της Αφροδίτης της Μήλου στο εξώφυλλο του Γερμανικού περιοδικού Focus ήταν αρκετό για να γεμίσει το πρόγραμμα της πρωινής ζώνης… Άλλωστε κάτι τέτοια περιμένουν οι δημοσιογράφοι για να ταΐσουν ύπνο το αποχαυνωμένο κοπάδι των πρωινών νοικοκυραίων που επί χρόνια το αναθρέφουν μαθαίνοντας το να μηρυκάζει τις προκατ τηλεφερώμενες απόψεις, κατασκευάζοντας τεχνητά εχθρούς και ήρωες σε ένα παιχνίδι που η πραγματικότητα έρχεται δεύτερη, προηγείται η θεαματικότητα.

Ο Παπαδάκης στον ΑΝΤ1 φιλοξένησε τον καθηγητή (που διδάσκει αλήθεια;) ιστορίας και φιλολογίας κύριο Σαράντο Καργάκο τον οποίο δεν γνώριζα (πάει καιρός που δεν παρακολουθούσα εντατικά την ελληνική trash TV) αλλά με ελάχιστο κόπο τον βρήκα στο youtube να αγορεύει στην εκπομπή των αδελφών Γεωργιάδη «Ελλήνων έγερσις» και κατάλαβα. Στο απόγειο της τηλεοπτικής του καριέρας λοιπόν, ο κύριος Καργάκος εκλήθη από τον Παπαδάκη για να μιλήσει για τους Γερμανούς και την κατοχή, κρεμάμενος σαν σταφύλι από ένα παράθυρο σε μια οθόνη που με μεγάλα γράμματα έγραφε στο κάτω μέρος της (εκεί όπου η κάθε εκπομπή διαλαλά την πραμάτεια της όπως οι έμποροι στη λαϊκή), «Μνήμες από τη σφαγή στα Καλάβρυτα ξυπνούν οι προκλήσεις των Γερμανών»… Ο Καργάκος λοιπόν αγόρευε ομφαλοσκοπικά κι αυτάρεσκα εναντίον των «κακών» Γερμανών, μια κυρία περιέγραφε το δράμα που έζησε όταν οι γερμανοί εκτέλεσαν τον αδερφό της μαζί με άλλους 500 άνδρες και κάπου εκεί, στη διαδρομή Αθήνα – Βερολίνο μέσω Καλαβρύτων και Διστόμου, η δημοσιογραφική κακογουστιά των Γερμανών του Focus συνάντησε την κακόμοιρη, άστοχη, άκαιρη και ταυτόχρονα ψευτοτσαμπουκαλίδικη ελληνική ιστοριολαγνεία που πάντα βρίσκει τρόπους να δικαιώνει όλα τα στραβά των Ελλήνων ντύνοντας το ελληνικό έθνος με το πέπλο του ιστορικά αδικημένου και αποδίδοντας τις ευθύνες σε τρίτους…

Στο ALTER ο Αυτιάς, περνούσε στην αντεπίθεση προβάλλοντας (σε αποκλειστικότητα) το προσεχές εξώφυλλο του ελληνικού Focus το οποίο θα κυκλοφορήσει ως απάντηση στους Γερμανούς δημοσιεύοντας ένα άρθρο με τίτλο «Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ», το οποίο θα γραφτεί και στο εξώφυλλο με μεγάλα γράμματα και φωτογραφία του Χίτλερ που υψώνει φασιστικά το χέρι. Υποψιάζομαι ότι οι Γερμανοί θα απαντήσουν με εξώφυλλο που θα λέει «Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΑΥΤΙΑ» και φωτογραφία ένα σαλιγκάρι (είναι το πιο σαλιάρικο και γλοιώδες ον που μπορώ να σκεφτώ, μετά τον Αυτιά φυσικά). Παράλληλα με το εξώφυλλο που έπαιζε πάντα στο video wall της εκπομπής, στο πάνελ φιλοξενούσε και δυο δικηγορίνες οι οποίες θα κάνουν μήνυση στο Γερμανικό περιοδικό για συκοφαντική δυσφήμιση γιατί το άρθρο ήταν υβριστικό και έθιγε τον ελληνικό λαό (είπαν)…

Πίσω στον ANT1, o Παπαδάκης σε μια απόπειρα να χαϊδέψει τα αυτιά των νοικοκυραίων τηλεθεατών του, πριν κλείσει την εκπομπή του, πέταξε την cliché ατάκα των ημερών, «δεν ευθύνεται ο μέσος έλληνας για την κατάντια της χώρας»… Μήπως ευθύνεται ο μέσος Γερμανός;

Όμως επειδή το αυτονόητο στην Ελλάδα παραμένει μια πονεμένη ιστορία ας περάσουμε στην ανάλυση τώρα. Αρχικά, αυτό που με εντυπωσιάζει πάντα σε τέτοια θέματα, είναι η σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται από τους παρουσιαστές η ανοησία, η ελαφρότητα, η αποσπασματικότητα και το cliché των απόψεων που φιλοξενούν στις εκπομπές τους. Με ενοχλεί αυτή η σπατάλη και η ανακύκλωση αυτού που κάθε φορά οι πολλοί (οι νοικοκυραίοι δηλαδή) θεωρούν προφανές και θέλουν να ακούσουν να λέγεται και από τηλεόρασης για να ικανοποιήσουν την αυταρέσκεια τους. Έτσι, το κοινωνικά και τηελοπτικά διαμορφωμένο cliché καταλήγει να λέγεται και ξαναλέγεται ακόμα κι αν είναι λάθος, σαν να υπάρχει τρόπος η επανάληψη να δικαιώσει το λάθος και να οδηγήσει στην κάθαρση, όπως η περιστροφή του Δερβίση οδηγεί στην Νιρβάνα.

Έτσι, η είδηση, αφού ανακοινωθεί, γίνεται σχόλιο το οποίο ακολουθείται από άλλο σχόλιο κλπ. πυροδοτώντας μια τεράστια ακολουθία σχολίων που καθιστά την ίδια την αρχική είδηση σχόλιο μεταξύ σχολίων με αποτέλεσμα η ενημέρωση να μην αφορά πια το γεγονός και την ουσία του αλλά όλα όσα περιβάλλουν το γεγονός, είτε σχετίζονται με αυτό έμμεσα είτε άμεσα. Το παράδειγμα του Focus είναι αυτό ακριβώς, δεν μας ενδιαφέρει η κρίση η οποία είναι η πραγματική είδηση, μας ενδιαφέρει ο σχολιασμός, αρχικά του Focus και μετά του Παπαδάκη και του Αυτιά, της Λαμπίρη το μεσημέρι η οποία θα σχολιάσει τι είπε ο Παπαδάκης το ίδιο πρωί, του Λαζόπουλου το βράδυ που θα τους σχολιάσει όλους μαζί… Και κάπου εκεί μείζον πρόβλημα του Έλληνα γίνεται το Focus και οι Γερμανοί. Το χειρότερο είναι ότι αυτό το είδος δημόσιου διαλόγου έχει πλέον γίνει ο στόχος των δημοσιογράφων οι οποίοι αξιώνουν να λειτουργούν, όχι απλά ως εκπρόσωποι, αλλά και ως καθοδηγητές του λαού και το τρομακτικό είναι ότι έχουν κάνει και τον λαό να το πιστέψει… Οι ίδιες ανοησίες που ακούγονται στα τηλεοπτικά πάνελς γίνονται στη συνέχεια αντικείμενο κουβέντας στη δουλειά, στο σπίτι, στη λαϊκή με αποτέλεσμα να συνθέτουν μια «κοινή γνώμη» που παπαγαλίζει την βλακεία του Καργάκου, του Παπαδάκη, του Αυτιά, του τάδε ως έγκυρη άποψη και με κάνει να αναρωτιέμαι αν υπάρχει άλλος λαός που να σπαταλά τόσο πολύ λόγο, τόσο αντιπαραγωγικά, τόσο εσφαλμένα, ασύντακτα, αποσπασματικά, προκατασκευασμένα και άστοχα.

Και ας πούμε ότι θα μπορούσα να συμφωνήσω με τον Παπαδάκη, με το «δεν φταίει ο μέσος Έλληνας», αν δεν είχε προηγηθεί στην εκπομπή του όλη η υστερία εναντίον των Γερμανών και αν προσέθετε στην φράση του μια λέξη ακόμα, την λέξη «αποκλειστικά». Η αλήθεια είναι ότι δεν ευθύνεται ο μέσος Έλληνας αποκλειστικά, ευθύνονται όλοι οι Έλληνες, οι μέσοι, μικρομεσαίοι, μεγαλομεσαίοι και βεβαίως οι μεγαλομεγάλοι. Φταίει βεβαίως και η Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία προχώρησε σε νομισματική ένωση χωρίς πιο πριν να έχει σχεδιάσει μια κοινή οικονομική πολιτική (και ναι γι’ αυτό φταίνε οι Γερμανοί!). Φταίνε οι κερδοσκόποι, το σύστημα, όλα φταίνε. Εκτός όμως από τους μεγαλομεγάλους, το αδηφάγο καπιταλιστικό σύστημα και την ΕΕ φταίνε και οι «μέσοι» Έλληνες, η ευθύνη κάποιων μεγαλύτερων κέντρων δεν αφαιρεί αυτόματα την ατομική ευθύνη, ίσως το κάνει υπό προϋποθέσεις αλλά όχι πάντα και όχι σε αυτή την περίπτωση.

Προσοχή! Δεν λέω ότι οι «μέσοι» Έλληνες είναι αυτοί που έφεραν την χώρα στην κρίση. Λέω κάτι άλλο, λέω ότι το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα κατηγορείται ως μη αξιόπιστη δεν είναι ως γεγονός εντελώς αποκομμένο από το τι είναι ο «μέσος» Έλληνας και ποιες είναι οι αξίες του, τα όνειρα, οι διεκδικήσεις και οι προτεραιότητες του και πως διαμορφώθηκε η κουλτούρα του γενικότερα (όχι μόνο η καταναλωτική) μέσα από συγκεκριμένες σχετικά πρόσφατες ιστορικές συγκυρίες.

Άλλωστε, η οικονομική κρίση είναι απλά ένα μικρότερο πρόβλημα, ένα υποσύνολο μιας ευρύτερης κρίσης, όχι μόνο οικονομικής αλλά και αξιακής και όχι αποκλειστικά ελληνικής αλλά παγκόσμιας. Είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο καπιταλισμός έχει φτάσει στο σημείο της ύβρεως, όπως είπε η Ségolène Royal. Η κρίση δεν είναι μια παρενέργεια του συστήματος από λάθος χειρισμούς και από κερδοσκοπικά παιχνίδια κάποιων «κακών» όπως προσπαθούν να μας πείσουν κάποιοι, αλλά ένα πρόβλημα ενδοσυστημικό, εγγενές στον καπιταλισμό και στις δομές του (όπως θα έλεγε ο Zizek), όχι μόνο στον τρόπο που λειτουργεί ως οικονομικό σύστημα, αλλά κυρίως στον τρόπο που διαμορφώνει την κοινωνία, τους ανθρώπους, τις αξίες τους. Κι αυτό είναι το χειρότερο και το πιο τρομακτικό!

Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσα να ασκήσω πάρα πολύ έντονη και σκληρή κριτική στους Γερμανούς ή τους Ολλανδούς (τους οποίους γνωρίζω πολύ καλά) και τους βόρειους γενικότερα για την υπερβολική τους πίστη στο σύστημα, στα μοντέλα, στον σχεδιασμό, τον προγραμματισμό με τρόπο προκατασκευασμένο, παθητικά πειθαρχημένο, αποστειρωμένο και σκληρό. Μπορώ να γράψω σελίδες αναφερόμενος στο segmentation, το fragmentation, το classification και τα προβλήματα της συστημικής σκέψης τους, κατάλοιπο ενός δομικού λειτουργισμού, μονοσήμαντου, δυαδικού, γραμμικού, ντετερμινιστικού, συχνά οριακά φασιστικού! Όμως όσο με ενοχλεί ο Γερμανός και η κουλτούρα του άλλο τόσο με ενοχλεί ο Έλληνας, ίσως και περισσότερο γιατί είμαι υποχρεωμένος να τον υποστώ και να ζήσω μέσα στην ελληνική κουλτούρα.

Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, παρόλο που υπάρχουν πολλά ελαφρυντικά για την κατάντια της Ελλάδας, παρόλο που φταίει περισσότερο ένα παγκόσμιο σύστημα και λιγότερο ο «μέσος» οποιοσδήποτε και παρόλο που δεν αγαπώ τους Γερμανούς περισσότερο από τους Έλληνες, υπάρχουν τραγικά λάθη που επιβάρυναν και επιβαρύνουν την κατάσταση και αυτά είναι λάθη των Ελλήνων, όχι κάποιων άλλων.

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν εντελώς άδικο οι Γερμανοί όταν λένε ότι οι Έλληνες είναι ανεύθυνοι, παρόλο που το λένε για τους λάθος λόγους και στοχεύοντας σε λάθος σημεία. Δεν είναι μόνο τα ψευδή οικονομικά στοιχεία που έδωσε ο Καραμανλής στην Ένωση καθιστώντας αφερέγγυο το ήδη στοχοποιημένο ελληνικό κράτος (εμείς το ξέραμε, μετά το έμαθαν και οι Ευρωπαίοι), είναι αυτό που κάνουν ακόμα και τώρα σχεδόν όλοι, αυτό που έκανε κι ο Παπαδάκης. Ο Έλληνας αναμασώντας το cliché «δεν φταίει ο μέσος Έλληνας» πετάει την ευθύνη από πάνω του και για να απενοχοποιήσει πλήρως τον εαυτό του, εφευρίσκει ανύπαρκτους λόγους (ή διογκώνει ήδη υπάρχοντες αλλά ασήμαντους) έτσι ώστε για όλα να του φταίει κάποιος άλλος, η πεθερά του, ο γείτονας, ο Αλβανός, ο Τούρκος, τώρα ο Γερμανός, πιο συχνά από όλα όμως η κακή του μοίρα (το κισμέτ!)… Η ευκολία με την οποία ο Έλληνας σβήνει την ατομική ευθύνη και συχνά μερικώς και τη συλλογική είναι αυτή που έκανε και εξακολουθεί να κάνει την κακή κατάσταση χειρότερη.

Εδώ και χρόνια ο «μέσος» Έλληνας δεν είναι αυτός που νομίζουμε, δεν είναι ο φιλότιμος σκληρά εργαζόμενος, φιλόξενος, καθαρός και ντόμπρος λαϊκός άνθρωπος! Αυτή είναι μια ρομαντική εικόνα που έφτιαξαν οι Ελληνικές ταινίες, και ίσως να ίσχυε σε κάποιο βαθμό κάποτε σε μια εποχή που η χώρα ήταν πιο φτωχή, αλλά δεν ισχύει πια. Ο Έλληνας από τότε που η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέκτησε μια νέα ταυτότητα τυχοδιωκτική με απόλυτο στόχο το εύκολο και γρήγορο κέρδος, με κάθε μέσο, κοντόφθαλμα και κουτοπόνηρα. Κάποιοι λίγοι πλούτησαν, οι πολλοί όμως που δεν πλούτησαν ανέπτυξαν το ένστικτο του βολέματος και του παροδικού, «να φάμε ότι μπορούμε τώρα, όσο πιο πολύ τόσο το καλύτερο, για αύριο βλέπουμε». Ο νεοπλουτισμός κατέφθασε, η ποιότητα υποχώρησε σε βάρος της ποσότητας, της αγωνιώδους κατανάλωσης και της άκρατης επίδειξης της για την κατάκτηση ενός κοινωνικού status. Δεν είσαι πια σημαντικός επειδή παράγεις αλλά επειδή καταναλώνεις και το επιδεικνύεις. Ο Έλληνας αυτό σήμερα το πιστεύει και το υπηρετεί, ακόμα κι αν δεν το παραδέχεται!

Για τον λόγο αυτό δεν έχει εντελώς δίκιο ο Έλληνας όταν φορτώνει την ευθύνη αποκλειστικά στα κόμματα, τους πολιτικούς και την πολιτική. Είναι γεγονός ότι αυτοί φταίνε περισσότερο αλλά είναι επίσης γεγονός ότι δεν είναι ξένοι αυτοί που συγκροτούν την πολιτική σκηνή της χώρας. Είναι Έλληνες αυτοί που κυβερνούν εκλεγμένοι από άλλους Έλληνες… Έλληνες είναι και όσοι τους περιβάλλουν, τα άπειρα κομματόσκυλα (από όποιο χώρο κι αν προέρχονται), οι εργατοπατέρες, οι αγροτοπατέρες, δεν είναι από άλλο πλανήτη, Έλληνες είναι. Έλληνες είναι και αυτοί που βρίζουν το δημόσιο στο οποίο όμως οι ίδιοι θέλουν να βάλουν το παιδί τους από την πίσω πόρτα με την βοήθεια του κόμματος που πιο πριν έβριζαν… Έλληνες είναι και αυτοί που έτρωγαν για χρόνια τα χρήματα των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων (αγροτικών , εκπαιδευτικών, επιχειρηματικών), και όσα έφτασαν στους δικαιούχους φαγώνονταν κι αυτά χωρίς ουσιαστική ανάπτυξη, χωρίς ουσιαστικό έργο. Τα άρπαζαν κι αυτοί ευκαιριακά (πολλοί και όχι λίγοι) και τα ξόδευαν αλόγιστα χωρίς να επενδύουν για να βελτιώσουν το μαγαζί τους, την παραγωγή τους, την έρευνα τους ώστε να μείνει κάτι στη χώρα για το μέλλον. Αντίθετα, πολλοί τα έτρωγαν σε αυτοκίνητα, φρουτάκια και πουτάνες. Θέλω να πω ότι τελικά είναι η ίδια λογική που επικρατεί από τα ψηλά μέχρι τα χαμηλά, η ίδια ευκαιριακή νοοτροπία, ο ίδιος οπορτουνισμός.

Φταίνε γι’ αυτά οι Γερμανοί; Η αλήθεια είναι πως όχι μόνο δεν φταίνε αλλά αυτά τα πλήρωναν Γερμανοί! Όμως είπαμε, στη συνείδηση του Έλληνα όλα ορίζονται από τρίτους και από τα αόρατα νήματα μιας ήδη γραμμένης μοίρας , ο ίδιος δεν φέρει ευθύνη, κι έτσι καταλήγει να ασχολείται με το εξώφυλλο, την επιφάνεια, το επουσιώδες, το σήμερα, το τώρα και για αύριο «έχει ο Θεός»… Να όμως που δεν έχει άλλο! Το καράβι βουλιάζει και παίρνει στον πάτο και αθώους… Τα αίτια της κρίσης θα τα βρείτε εδώ, τα λέει πολύ καλύτερα από όσο θα μπορούσα εγώ. Δεν είμαι ειδικός στα οικονομικά και αυτό που με απασχολεί άλλωστε δεν είναι τόσο η ύφεση όσο οι Έλληνες, η νοοτροπία τους, το πώς αλλοιώθηκαν, το τι μπορούσε να γίνει και δεν έγινε, το τι ευκαιρίες χάθηκαν, το τι μπορεί να γίνει στο μέλλον…

Αν υπάρχει λύση για το μέλλον τότε αυτή δεν θα έρθει από την Ελλάδα ως κράτος, ως διοικητική δομή αλλά από τον Έλληνα ως πολίτη, ως άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το αν αυτή η λύση θα έρθει μέσα ή έξω από το παρόν κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, είναι ευκαιρία για σκληρή αυτοκριτική, όχι για να επωμιστεί ο «μέσος» Έλληνας την ευθύνη της κρίσης, ούτε για να δικαιωθεί ως μη υπεύθυνος γι’ αυτή. Είναι απαραίτητη η αυτοκριτική για να καταλάβει τα λάθη του, να αποκτήσει νέα ταυτότητα και αυτογνωσία, να αποκτήσει αξίες που έχει χάσει. Μόνο έτσι θα βγει πραγματικά και ουσιαστικά από την κρίση η οποία επαναλαμβάνω ότι για εμένα δεν είναι αποκλειστικά οικονομική αλλά πολιτισμική και αξιακή… Το οικονομικό είναι το αποτέλεσμα, όμως ο πραγματικός πλούτος ενός κράτους δεν είναι οικονομικός. Πλούτος είναι ο πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα, οι άνθρωποι, οι γνώσεις τους, οι ικανότητες τους, οι αξίες τους, η υπευθυνότητα τους… Αυτά οφείλαμε να τα έχουμε διαφυλάξει και δεν το πράξαμε. Γιατί αν υπάρχει κάτι που πρέπει να μας θίγει δεν είναι οι Γερμανοί του Focus ή του Bild, αλλά ότι καταντήσαμε στο σημείο να υπάρχουν σε αυτόν τον τόπο άτομα (μπάτσοι) τόσο ανιστόρητα, ώστε να ρίχνουν δακρυγόνα σε αυτούς που πολέμησαν τους Ναζί, που κατέβασαν τη σημαία τους. Κατάντια είναι τα χημικά στο Μανώλη Γλέζο, όχι το έλλειμμα, ούτε το Focus!…

Καλό κουράγιο…