Archive for Νοέμβριος 2007

h1

100 posts and going – Μικρή Στάση

25/11/2007

Συχαίνομαι το οτιδήποτε επετειακό, μάλλον επειδή συχαίνομαι γενικά τα πάντα που είναι ή μοιάζουν με κλισέ αλλά παρόλο που αρχικά σκέφτηκα να το παίξω τρελός και να ανεβάσω επετειακό post στα 97 posts ή στα 103 (σε κάθε περίπτωση ο αριθμός έπρεπε να είναι περιττός και όχι άρτιος) μετά το μετάνιωσα γιατί σκέφτηκα ότι τα γελάδια μου δεν χρωστάνε τίποτα που έγω είμαι abnormal.

100 posts λοιπόν… και απολογισμός,

17 Μαϊου 2007, φτιάχνω ένα όνομα κι ένα banner και ξεκινώ να γράφω αυτό το blog. Ήταν ο φίλος μου ο Αλέξης που με είχε βάλει στον κόσμο των blogs όταν ήρθε Ολλανδία και με κόλλησε. Πρώτα άνοιξα το Anarchitecture για να γράφω σοβαρά, σύντομα όμως η ανάγκη να γράφω στα Ελληνικά και το αρχικό concept για το Crazy Crows που με τριγύριζε από εκείνο το πρωί που μέσα από το λεωφορείο είδα τις αγελάδες να λιάζουν τα βυζιά τους και να γουστάρουν. Τότε είχα σκεφτεί ότι ενώ κάπου αλλού είναι ζώα ιερά, εδώ εκτρέφονται, μπαίνουν σε γραμμή παραγωγής για να τις αρμέγουμε και στο τέλος να τις τρώμε. Δεν είναι καθόλου περίεργο που τα κακόμοιρα τα γελάδια τρελαίνονται, είναι αυτό που κάθε διαδικασία μηχανοποίησης, οριοθέτησης, συστηματοποίησης, επιβολής, εκμετάλευσης θα έκανε και σε εμάς, ή καλύτερα το κάνει και σε εμάς. Έτσι γενήθηκε ο τίτλος στον οποίο στην συνέχεια κατάφερα να αναγνώσω τις εγγενείς του προεκτάσεις, αυτό που έμοιαζε σαν πρόθεση του ίδιου του τίτλου και έτσι το blog γέμισε αγελάδες και εγώ έγινα cowboy ή ο «Χάρης με τα γελάδια του«.

Μεσά στο κλίμα που επέβαλε ο τίτλος και με τον Pessoa υποσυνείδητα κάπου παραδίπλα, το role playing δεν άργησε να έρθει και η Σοφή Αγελάδα έκανε την εμφάνιση της για να μιλήσει με έναν τρόπο άλλο από τον δικό μου και να αναλλάβει έναν ρόλο που μου αρέσει αλλά δεν θέλω να τον αναλάβω προσωπικά. Πρόσφατα ήρθε και η Χαζή αγελάδα και θα ακολουθήσουν κι άλλες.

Το blog «γίνεται», γεμίζει την δεξαμενή της καταγωγής του και πάσχοντας κάνει την παθογένεια του δυνατότητα εξέλιξης. Αυτό το χρωστώ σε όλους εσάς που με διαβάζετε, σε όλους μαζί και τον καθένα ξεχωριστά, γιατί έχετε παίξει ουσιαστικό ρόλο για την βελτίωση του concept αλλά και της εκφοράς του, από το επίπεδο της θεματολογίας μέχρι το είδος της γραφής και της γραφιστικής.

100 posts and going… Ευχαριστώ θερμά όλους σας!

Είμαι ανοιχτός σε σχόλια, προτάσεις, ιδέες, απόψεις, παρατηρήσεις…

h1

Περί έρωτος και στομάχου!

20/11/2007

stupid_cow.jpgΗ Χαζή Αγελάδα ρώτησε:

«Αν πράγματι ο έρωτας περνάει από το στομάχι, μετά που πάει;»

h1

17 Νοεμβρίου 2007

17/11/2007

photo_16_2.jpg

Το Πολυτεχνείο πριν γίνει για κάποιους σημαία, σύμβολο, φωτογραφίες, συνεντεύξεις και ντοκουμέντα, πριν αμφισβητηθεί από κάποιους άλλους και πριν τελικά γίνει μια γιορτή που κορυφώνεται με μια πορεία προς την Αμερικάνικη πρεσβεία, ήταν ένα γεγονός και μια πραγματικότητα που δεν είναι πολύ μακριά μας. Ήταν κάτι παραπάνω από την εξέγερση κάποιον φοιτητών ενάντια στη χούντα. Ήταν η εξέγερση κάποιον ελεύθερων ανθρώπων όχι μόνο ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς και τους συνεργάτες του αλλά και σε όλους αυτούς που σιωπούσαν ένοχα και συγκαταβατικά και δυστυχώς ήταν πάρα πολλοί. Η Χούντα δεν ήταν μόνο ο Παπαδόπουλος και οι στρατηγοί, ήταν ένας ολόκληρος μηχανισμός κάθε άλλο παρά απρόσωπος που απαρτιζόταν από πάρα πολλούς ανθρώπους οι οποίοι σήμερα ζουν μια φυσιολογική ζωή δίπλα μας, ψηφίζουν και απολαμβάνουν τα αγαθά της δημοκρατίας, τα ίδια αγαθά που διεκδικούσαν αυτοί οι φοιτητές όχι μόνο για τους εαυτούς τους άλλα και για τους διώκτες τους. Τους διώκτες αυτούς που πίστεψαν ότι είναι παραπάνω Έλληνες από τους άλλους. Το Πολυτεχνείο ήταν η εξέγερση της λογικής ενάντια στον παραλογισμό για την διεκδίκηση του αυτονόητου και γι’αυτό θα είναι πάντα επίκαιρο…

h1

Η Συναισθηματική Δημοκρατία του «ΕΜΕΙΣ»

15/11/2007

tsa.jpg

Φαίνεται ότι η Ελλάδα έχει ως μόνιμο και πάντα αποτυχημένο στόχο την επίτευξη της δημοκρατίας της απόλυτης συμφωνίας… Αντί της αποδοχής της πολιτισμένης διαφωνίας. Η προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση είναι αέναη και όπως προανέφερα μονίμως αποτυχημένη και έχει ως κύριο σλόγκαν το «Σε τι κόσμο θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας;». (Όμως ας το αφήσω αυτό για λίγο γιατί συνδέεται με ένα άλλο χαρακτηριστικό του Έλληνα, που είναι η αναγωγή των πάντων σε πρότυπα και είναι ένα τεράστιο θέμα που θα ήθελα να κουβεντιάσω αλλά θα το κάνω κάποια στιγμή με άλλο post)

Η Ελλάδα είναι η χώρα που έχει πολίτευμα τη Συναισθηματική Δημοκρατία, ή αλλιώς Δημοκρατία του «ΕΜΕΙΣ» με κύριους εκφραστές της τα ΜΜΕ, τον Ευαγγελάτο, τον Χατζηνικολάου, τον Λιάγκα, τον Τέρενς, τον Αυτιά και όλους αυτούς οι οποίοι ως αυτόκλητοι σωτήρες ήρθαν να μας σώσουν από την κακή μας μοίρα με μόνο στόχο το καλό του τόπου (Αυτοί είναι οι καλοί ποιμένες, οι Έλληνες τα πρόβατα, κι εγώ είμαι μόνος μου με τα γελάδια μου σε έναν ανεμόμυλο στην Ολλανδία).

Η πλάκα είναι ότι αυτό το «ΕΜΕΙΣ» μεταλλάσσεται ταυτοποιώντας μας/σας (τους συμμετέχοντες στο «ΕΜΕΙΣ» δηλαδή) ως κάτι διαφορετικό καθε φορά που παραδόξως (καθόλου παραδόξως) μένει το ίδιο, σημαίνει το ίδιο, συνοδεύεται από τα ίδια χαρακτηριστικά και ωφείλει να υπηρετήσει τον ίδιο στόχο και να οδηγήσει στα ίδια συμπεράσματα. π.χ. «ΕΜΕΙΣ» οι Έλληνες ή «ΕΜΕΙΣ» οι ορθόδοξοι, «ΕΜΕΙΣ» οι άντρες, «ΕΜΕΙΣ» οι γυναίκες κλπ. Το «ΕΜΕΙΣ» υπάρχει για να συντηρεί το «ΕΜΕΙΣ» και κατ’επέκταση το «ΕΓΩ» του κάθε μέλους του «ΕΜΕΙΣ». Γι’αυτό κι ο άλλος ξεσκίστηκε να φωνάζει «ΜΑΖΙ» και «ΜΑΖΙ»…

Αυτός είναι και ο λόγος που ο Έλληνας είναι έτοιμος να αποδεχθεί κάθε είδους σύμβολα που τον ταυτοποιούν ως μέλος μιας μάζας, να πιστέψει στην ιερότητα τους ή να καταδικάσει κάποια άλλα σύμβολα μιας αντίπαλης μάζας. Επίσης είναι φορέας μιας θεμελιώδους παρεξήγησης (κάτι σαν το προπατορικό αμάρτημα), νομίζει ότι τα χαρακτηριστικα του που προέρχονται από την κοινωνική του κατασκευή είναι εγγενή στο DNA της φυλής του. Είναι αυτό το ανύπαρκτο DNA που συχνά κάνει κάποιους να νοιώθουν ότι είναι μέρος του «ΕΜΕΙΣ».

Το «ΕΜΕΙΣ» είναι λέξη μαγική στα αυτιά του Έλληνα, τον κάνει να αισθάνεται ότι δεν είναι μόνος, ότι ανήκει κάπου, ότι υπάρχουν άλλοι που συμπάσχουν μαζί του, ότι δεν είναι διαφορετικός γιατι διαφορετικός = μόνος => διαφορετικός = κακό. Ο Έλληνας φοβάται να είναι μόνος και γι’αυτό δεν θέλει να είναι μοναδικός. Έχει ανάγκη να ταυτοποιηθεί και γι’αυτό γουστάρει το «ΕΜΕΙΣ», να το λέει και να το ακούει να του το λένε. Ο Έλληνας κάνει ότι κάνουν οι πολλοί, δεν έχει ταυτότητα ο ίδιος αλλά περιμένει να δει τι κάνουν οι άλλοι για να ετεροπροσδιοριστεί και ανασφαλής όπως είναι πάει με τους πολλούς για να μην τοποθετηθεί στους «μη κανονικούς».

Στο μυαλό του Έλληνα υπάρχουν πράγματα κανονικα και μη κανονικά, οι πολλοί είναι οι κανονικοί. Οι λίγοι δεν είναι κάποιοι που πρέπει να ζήσουν αλλά είναι οι εχθροί των κανονικών που ζουν σε βάρος τους, απομοιζώντας τους, είναι οι λεγόμενοι «ΑΥΤΟΙ» ή «ΑΛΛΟΙ». Ως τέτοιους τους βλέπει ο Έλληνας. Υπάρχουν άλλωστε οι γνωστές εκφράσεις: «Είσαι κι εσύ από ΑΥΤΟΥΣ», «ΑΥΤΟΣ είναι με τους ΑΛΛΟΥΣ», «Τι με νοιάζει τι κάνουν οι ΑΛΛΟΙ;» κλπ. Στην θέση του μη κανονικού τοποθετείστε τώρα όποιον θέλετε, τους άθεους, τους ΑΕΚτσήδες, τους gay, τους μουσουλμάνους, τους Αλβανούς, τους έχοντες περίεργο κούρεμα, όσους δεν ακούνε σκυλάδικα, τους αποδομηστές, τις γκόμενες με μικρά βυζιά, εσένα και εμένα! Αυτά σκέφτεται ο Έλληνας και φοβάται μήπως οι μη κανονικοί (δηλαδή οι «ΑΛΛΟΙ») πολλαπλασιαστούν και χαθεί η έννοια της κανονικότητας και μαζί με αυτήν το «ΕΜΕΙΣ» που προσδίδει στους κανονικούς την ταυτότητα τους. Κοινώς αυτοί που νομίζουν ότι είναι οι «ΕΜΕΙΣ» και είναι κανονικοί είναι άτομα με άγχος ταυτότητας…

Σε όλους εσάς που νομίζετε ότι είστε «ΕΜΕΙΣ» έχω να πω… Εμείς δεν είμαστε οι «ΕΜΕΙΣ», είμαστε οι εγώ κι εσύ κι αυτός κι ο άλλος κι ο Χατζηπετρής (κι ο Χασάν κι ο Μουράτ κι ο Τσενάι άμα λάχει).

Ασταδιάλαπια…

h1

Σαπίλα…

12/11/2007

Ώρα 17:00, άπλυτος και αξύριστος, φορώντας μόνο το παντελόνι της άνετης, φαρδιάς Ιαπωνικής πυτζάμας μου (πολύ κουλ όμως) και σέρνοντας τις παντόφλες μου ώστε να κάνουν τον μέγιστο δυνατό θόρυβο, διαπιστώνω ότι κάτι που μοιάζει με περπάτημα σπρώχνει το σώμα μου σιγά σιγά προς στην κουζίνα. Ήταν η προφανής ανάγκη για νερό ή φαγητό, αυτό που λέμε ένστικτο της επιβίωσης, που με ξεκούνησε από την βαρεμάρα μου και με έβγαλε από το dungeon, ή καλύτερα έκανε τα πόδια μου να με βγάλουν από το dungeon. Αφού μετά από 10 λεπτά έφτασα στην κουζίνα διασχίζοντας ολόκληρα και τα τρία μέτρα που την χωρίζουν από το δωμάτιο μου, το χέρι μου χωρίς να πάρει εντολή από τον εγκέφαλο μου, αυτόματα, άνοιξε τη βρύση και με υποχρέωσε να πιώ νερό χώνοντας την κεφάλα μου από κάτω και σφηνώνοντας την κάπου ανάμεσα στην βρύση και μια στοίβα με άπλυτα ποτήρια, το οικοσύστημα των οποίων πλέον προστατεύεται από την συνθήκη RAMSAR. Ξαφνικά στην κουζίνα σε παρόμοια κατάσταση με εμένα εμφανίζεται ο Σπυράκος που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα αν ζει η όχι, αλλά επειδή ήμουν εγώ ζωντανός έτρεφα ελπίδες ότι θα είναι και εκείνος. Με αργές κινήσεις άνοιξε το ψυγείο και με λόγια που έβγαιναν από το στόμα του με το ζόρι μου είπε,

Σπυράκος: Πω πω ρε μαλάκα… βαρεμάρα σήμερα… πέντε πήγε η ώρα… δεν έχουμε κάνει τίποτα… πω πω…

Καθώς η φωνή του Σπυράκου έσβηνε με ένα διαρκές fade out που είχε ξεκινήσει πριν ακόμα αρχίσει να μιλάει, εγώ άκουσα τον εαυτό μου να λέει σε παρόμοιο ύφος,

Χάρης: Γιατί ρε… Τι ήθελες να κάνεις;

Σπυράκος: Από το πρωί σκέφτομαι να μπω για μπάνιο ρε… και όλο λέω αργότερα… αργότερα… αργότερα…

Χάρης: Σπύρο… νομίζεις ότι είσαι αναβλητικός τύπος;

Σπυράκος: Ουφ… Γάμα μας ρε Χάρη… θα το σκεφτώ και θα σου πω αύριο…

h1

Πέταξε το, Πέταξε το!

07/11/2007

cowclock.jpg

Οι σανίδες που στήριζαν το στρώμα ποτέ δεν ταίριαζαν ακριβώς με το κρεβάτι. Μαλακία του ΙΚΕΑ ή ίσως μαλακία δική μου αν και τώρα ελάχιστη σημασία έχει. Την πρώτη φορά που οι σανίδες έπεσαν απλά καθόμουν στο κρεβάτι, είπα ένα «φτου ρε γαμώτο» αλλά ανακουφίστηκα όταν διαπίστωσα ότι δεν έσπασαν. Τη δεύτερη φορά ήταν όταν ξύπνησα το πρωί και πήγα να σηκωθώ από το κρεβάτι, άκουσα τον γνωστό θόρυβο και ο κώλος μου υποχώρησε κατά είκοσι εκατοστά προς το πάτωμα, είπα ένα «άντε γαμήσου«, ντύθηκα και έφυγα από το σπίτι χωρίς να κοιτάξω το κρεβάτι για να μη σπαστώ χειρότερα, τελικά επανέφερα τις σανίδες στη θέση τους μετά από μερικές ώρες όταν επέστρεψα σπίτι και μου είχαν περάσει τα νεύρα. Την τρίτη φορά μου είχε γίνει συνήθεια οπότε ούτε έβρισα ούτε τίποτα, άλλωστε ήμουν τόσο κουρασμένος από διάβασμα και δουλειά που δεν είχα καμία όρεξη να το σκεφτώ σαν πρόβλημα και ακόμα περισσότερο να το λύσω. Αποφάσισα να υπομείνω στωικά το μαρτύριο ενός κακού ύπνου που τόσο μου έλειψε και απλά κοιμήθηκα με τις μισές σανίδες πεσμένες και το σώμα μου να βουλιάζει προς το πάτωμα από την μέση και κάτω. Από τότε έχασα τον λογαριασμό και παρόλο που έφαγα άπειρες ώρες να σκέφτομαι και να περιεργάζομαι το κρεβάτι για να καταλάβω τον λόγο για τον οποίο οι σανίδες πέφτουν, παρόλο που έκανα αμέτρητες πατέντες για να στηρίξω τις σανίδες, κατέληξα στο άκρως αρχιτεκτονικό συμπέρασμα ότι όταν κάτι δεν είναι φτιαγμένο για να λειτουργήσει, ότι και να του κάνεις στην καλύτερη περίπτωση θα υπολειτουργήσει αλλά ποτέ δεν θα λειτουργήσει πραγματικά!

Σήμερα το πρωί τα ίδια, κρατς… κλανκ κλανκ… και μια φωνή, η δική μου, που την άκουσα να να μονολογεί «ε, άσταδιάλα πια» αλλά όχι δυνατά, μάλλον χαμηλόφωνα και χρωματισμένη από το συναίσθημα της παραίτησης, της αποδοχής αυτού που μοιάζει με πεπρωμένο. Τόσο καιρό επισκεύαζα το χαλασμένο κρεβάτι μου ως άλλος Σίσυφος που σπρώχνει αενάως τον βράχο του μαρτυρίου του αλλά παρόλα αυτά έχει το συναίσθημα που περιγράφει ο Albert Camus στο ομώνυμο κείμενο του, αυτό της ικανοποίησης λόγω της εναντίωσης στην ίδια του την μοίρα. Όμως, σήμερα το πρωί τα πράγματα ήταν αλλιώς, πάμε πάλι πίσω, rewind και replay:

Σήμερα το πρωί τα ίδια, κρατς… κλανκ κλανκ… και μια φωνή, η δική μου, που την άκουσα να να μονολογεί «ε, άσταδιάλα πια» αλλά όχι δυνατά, μάλλον χαμηλόφωνα και χρωματισμένη από το συναίσθημα της παραίτησης, της αποδοχής αυτού που μοιάζει με πεπρωμένο. Σηκώθηκα σιγά και με λίγο παραπάνω προσπάθεια γιατί ο κώλος μου είχε φτάσει στο πάτωμα για μια ακόμα φορά, γύρισα και κοίταξα το κρεβάτι σαν να είχε ψυχή. Μια φωνή από το υπερπέραν που μπήκε στο αυτί μου με fade in μου ψιθύρισε με ρυθμό γηπεδικό «Πέταξε το, πέταξε το«. Η λογική ήταν ξεκάθαρη, όταν η επισκευή ενός πράγματος είναι πιο χρονοβόρα από την ίδια την κατασκευή του ή πιο ακριβή από την αγορά του απλά το πετάς! Ομολογώ ότι προς στιγμήν σχεδόν παρασύρθηκα όμως είμαι δίκαιος και απάντησα όπως θα απαντούσε κάθε μεγάλος ηγέτης που κρατά ζωές στα χέρια του και αποφασίζει τελευταία στιγμή για το αν θα δώσει χάρη σε κάποιον θανατοποινίτη. «Όχι, το κρεβάτι δεν φταίει σε τίποτα«, είπα με τη φωνή του Leonidas από τους three hundred, «οι σανίδες φταίνε για όλα«. Καλά καλά, ίσως να είπα «οι πουτάνες οι σανίδες» αλλά δεν έχει διαφορά. Έτσι, σήμερα το βράδυ και αφού η σκέψη ωρίμασε έβγαλα τις σανίδες και έβαλα δυο στρώματα μέσα στο κρεβάτι, το κάτω στρώμα πατάει στο πάτωμα αλλά οκ. Έκανα και μια δοκιμή πριν από λίγο, θα κοιμάμαι πλέον γύρω στα 30 εκατοστά χαμηλότερα και θα έχω άλλη οπτική όταν ξυπνάω το πρωί αλλά αυτό δεν με ενοχλεί. Το μόνο που μοιάζει περίεργο είναι το ξυπνητήρι στο κομοδίνο το οποίο φαίνεται πλέον να είναι αρκετά ψηλότερα από ότι το είχα συνηθίσει Τώρα αισθάνομαι ότι με κοιτάει από ψηλά με τρόπο επικριτικό και σαν να θέλει να μου επιβληθεί…

h1

Η παραχάραξη της πραγματικότητας ή η πραγματικότητα της παραχάραξης;

04/11/2007

dolphincow.jpg

Όλο και περισσότερο διαπιστώνω με μεγάλη μου λύπη ότι η πραγματικότητα διαρκώς υποχωρεί έναντι της αναπαράστασής της. Σημασία δεν έχει το «τι είναι» ή το «τι κάνει» αλλά το «τι φαίνεται ότι είναι», «τι φαίνεται ότι κάνει» και αυτό στον ψηφιακό κόσμο, στην blogόσφαιρα, στα forums, μοιάζει να κυριαρχεί. Η πληροφορία είναι σχεδόν πάντα ρηχή, αποσπασματική και το internet μοιάζει σαν ένα απέραντο βασίλειο ημιμάθειας και παραπληροφόρησης.

Ξέρω ότι κάποιοι ίσως διαφωνήσετε αλλά θεωρώ ότι ζούμε σε μια εποχή που οι αξιακές σχέσεις και τα αξιολογικά κριτήρια όπως τα ξέραμε έχουν καταρεύσει ή τείνουν να καταρεύσουν ακριβώς επειδή σταδιακά καταρέουν οι δομές που στήριζαν απόλυτες αλήθειες κάθε είδους. Επιπλέον καταρέει το πολύ βασικό δίπολο Ιδέα -> Πράξη και η νεοπλατωνική θεώρηση που ήθελε την ιδέα να έρχεται πάντα πριν από την πράξη, να την καθοδηγεί και να είναι ανώτερη αυτής. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι σχεδόν τίποτα δεν νοείται πλέον ως «καλύτερο» ή «χειρότερο» από κάτι άλλο αφού για τα περισσότερα πράγματα δεν υπάρχει πλέον το «πρότυπο» με το οποίο οι συγκρίσεις θα ήταν «ικανές» να παράξουν μια αξιολόγηση. Κατά την άποψη μου καλώς συμβαίνει αυτό, όλα είναι μέρος του παιχνιδιού, του ίδιου αεικίνητου συνεχούς (continuum) που ονομάζεται πραγματικότητα, όλα είναι μοναδικά και διαφορετικά μεταξύ τους, όμως έχουν όλα την ίδια αξία;

Αν και υποστηρικτής των παραπάνω θεωρώ ότι αποτελούν την αιτία για μια θεμελιώδη παρεξήγηση. Το γεγονός ότι τίποτα δεν είναι τελείως άχρηστο δεν σημαίνει αυτομάτως ότι όλα είναι χρήσιμα. Το γεγονός ότι μπορούμε όλοι να έχουμε άποψη και να την εκφράζουμε δεν σημαίνει ότι όλες οι απόψεις έχουν την ίδια βαρύτητα και την ίδια εγκυρότητα. Η παραγωγή και η διακίνηση πληροφορίας στο διαδίκτυο είναι ελεύθερη και έτσι πρέπει να παραμείνει. Όμως, όπως κάθε ελευθερία, έτσι και αυτή έχει ένα κρίσιμο σημείο, απαιτεί από εμάς ένα ανάλογο επίπεδο συνείδητοποίησης των πιθανών λαθών, κινδύνων και κυρίως της ίδιας μας της άγνοιας. Όμως αυτό που συμβαίνει είναι το αντίθετο, οι άνθρωποι οικειοποιούνται πανεύκολα σχεδόν ότι μαλακία τους πασάρουν και, όπως έγραψα και σε προηγούμενο ποστ, αμέσως μετά κάνουν ότι μπορούν για να την υπερασπιστούν, ως άποψη, ως επιλογή, ως δικαίωμα, ως στάση ζωής.

Πρόσφατα διαπίστωσα ότι μέρος του traffic που έρχεται από μηχανές αναζήτησης σε αυτό εδώ το ιστολόγιο είναι κυρίως άτομα που ψάχνουν για web pages βάζοντας σαν keywords τις λέξεις «ελοχίμ» (κάποιος έγραψε τη λέξη σε ένα comment) και «Λιακόπουλος» (Το όνομα το ανέφερε η Σοφή Αγελάδα μου). Παλαιότερα από τα αγαπημένα keywords των επισκεπτών ήταν το «τσόντες με γριές«. Ειλικρινά δεν ξέρω πλέον τι είναι πιο υγιές να αναζητά κανείς στι internet, τσόντες ή Λιακό; Το πλέον τραγικό όμως είναι ότι κάποιοι τέτοιοι «ουρανοκατέβατοι» χρήστες μου αφήνουν και comments στα οποία δεν ξέρω τι να απαντήσω. Τι απαντάς σε κάποιον όταν ξέρεις ότι σε χωρίζει ένας ολόκληρος κόσμος, όταν ολόκληρη την πραγματικότητα την βλέπει υπό άλλο πρίσμα, όταν στερείται τους κώδικες για να του μεταβιβάσεις μια πληροφορία και αυτή να γίνει αντιληπτή ή τουλάχιστον να μην παρερμηνευθεί; Τα ίδια φυσικά συμβαίνουν και σε άλλα blogs. Πρόσφατα, με αφορμή ένα post για το Μουσείο της Ακρόπολης, ανέβασα κάπου ενα σχόλιο και κάποιος άλλος σχολιαστής επιχείρησε να με μάθει να κάνω τη δουλειά μου, να μου μάθει τι είναι «ωραίο» και τι «‘ασχημο» αγνοώντας εμφανώς το discourse σε σχέση με τέτοια ζητήματα και διεκδικώντας η άποψη του να έχει ίδιο βάρος με τη δική μου. Φυσικά και δεν υπερασπίζομαι την άποψη μου σαν θέσφατο και ακριβώς αυτός είναι και ο λόγος που με ενοχλεί κάποιος να το κάνει, εκφράζοντας την άποψη του ως «θέση» όταν δεν έχει ιδέα για το μέγεθος της άγνοιας του. Έτσι, το παίζει ειδικός, παρερμηνεύει καταστάσεις, αναμασά κλισέ, μπερδεύει άσχετα ζητήματα, δαιμονοποιεί και σε κάθε περίπτωση δεν καταλαβαίνει τον αντίλογο και συνεχίζει να παραχαράσσει την πραγματικότητα.

Το πρόβλημα είναι ότι συχνά, αν όχι πάντα, τέτοιες απόψεις που με τόση ευκολία γίνονται «θέσεις» είναι διαμορφωτικές ασκούν πιέσεις και εντελώς ανεύθυνα καθοδηγούν καταστάσεις σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από αυτή ενός blog. Ακόμα και η πολιτική στην Ελλάδα σε ένα τέτοιο επίπεδο κινείται, όταν δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε βασικά πράγματα, όπως π.χ. πόσο είναι το έλλειμμα, είναι αδύνατον να υπάρξει σοβαρός πολιτικός διάλογος επί της ουσίας και εύστοχες προτάσεις.

Τελικά, ζούμε την πραγματικότητα ή την παραχάραξη της;