Δεν θέλω να λαϊκίσω, ούτε να δείξω εικόνες ή βίντεο που προκαλούν δέος, λύπη ή τρόμο (κι από αυτά βρήκα) με δραματική μουσική για να σας ευαισθητοποιήσω γιατί πολύ απλά θεωρώ ότι όποιος δεν ευαισθητοποιείται απλά από το άκουσμα της λέξης «φωτιά» είναι υπάνθρωπος. Για τον λόγο αυτό το ποστ δημοσιεύεται γυμνό, χωρίς φωτογραφίες.
Αυτές τις μέρες έκανα την επιλογή να μην ανεβάσω post που να αναφέρεται στα τελευταία γεγονότα. Αυτό το κείμενο ξεκινώ να το γράφω Κυριακή βράδυ έχοντας υποσχεθεί στον εαυτό μου να μην το ανεβάσω πριν τελειώσει η τραγωδία κι αυτό γιατί θεωρώ ότι δεν προσφέρονται αυτές οι στιγμές για κριτική παρά το γεγονός ότι ο θυμός μεγαλώνει και τείνει να γίνει ασυγκράτητος.
Όταν ο άλλος παλεύει να σώσει το σπίτι του ή τους κοντινούς του ανθρώπους τότε αισθάνομαι ότι η στιγμή καθίσταται ακατάλληλη για την άσκηση κριτικής, ειδικά όταν αυτή δεν προσφέρει κάτι νέο αλλά αναπαράγει και αναμασά τα ίδια, γιατί το context την κάνει να φαίνεται «άκομψη» (και συγγνώμη για την λέξη που ακούγεται ανόητη αλλά δεν βρίσκω άλλη). Εκτός ότι δεν είναι δείγμα ανθρωπισμού και πολιτισμού, επιπλέον, η οποιαδήποτε κριτική, όσο ψύχραιμη και σωστά στοχευμένη κι αν είναι, αυτές τις ώρες μοιάζει να γίνεται εν θερμώ και γι’ αυτό είναι πιθανό αργότερα να προσπεραστεί ως μέρος του ευρύτερου θορύβου αυτών των ημερών. Εφόσον λοιπόν δεν είμαι σε θέση να αρπάξω μια μάνικα και να βοηθήσω εμπράκτως είναι καλύτερα να αφήσω την κριτική για αργότερα όχι γιατί δεν έχω κάτι να πω αλλά γιατί προτιμώ να το πω αργότερα όταν θα υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να ακουστώ πιο καθαρά.
Φυσικά, αυτό που κάνουν όλοι οι υπόλοιποι αυτές τις ώρες είναι ακριβώς το αντίθετο. Η κριτική αυτή τη στιγμή γίνεται από παντού (κόμματα, δημοσιογράφους, bloggers) περίπου αυτόματα αλλά και υπό την επήρεια του σοκ και γι’ αυτό τείνει να επαναλάβει όλα τα κλισέ, σωστά και λάθος, που λέγονται τα τελευταία χρόνια και τα οποία τέτοιες ώρες ακούγονται ακόμα περισσότερο χοντροκομμένα και στοχευμένα στο να καπηλεύσουν νεκρούς, στάχτες και αποκαήδια.
Πριν καλά καλά κοπάσει η φωτιά έχουν σπεύσει όλοι να εκμεταλλευτούν το γεγονός. Η κυβέρνηση μιλάει εντελώς ανεύθυνα σαν να μην αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα και την επικινδυνότητα των λεγομένων της ενδιαφερόμενη απλά να αποτινάξει από επάνω της τα βάρη των τεράστιων ευθυνών ενόψει εκλογών. Το Οργουελικό σενάριο της ασύμμετρης απειλής ωθεί τους εθνικιστές να ζητούν να αναρτήσουμε σημαίες για να δηλώσουμε την εθνική ομοψυχία απέναντι στον «αόρατο εχθρό» στο πρόσωπο του οποίου ο καθένας βλέπει όποιον θέλει, από Αλβανούς και Τούρκους μέχρι αντιεξουσιαστές και ξένους πράκτορες ενώ το σενάριο «το πράσινο καίει το πράσινο» έχει υποχωρήσει μετά τις δηλώσεις Γιακουμάτου και την πλήρη αναδίπλωση του αργότερα. Οι ενωτικές δηλώσεις Καραμανλή, οι πονηρές και ανεύθυνες δηλώσεις Πολύδωρα περί «ασύμμετρης απειλής», οι δηλώσεις Βουλγαράκη με ένα σωρό ανακρίβειες και ανύπαρκτη ενημέρωση, επίθεση Παπανδρέου με λάθος τάιμινγκ, η καταδίκη του δικομματισμού από την Παπαρήγα, όλα μοιάζουν σαν από παλιά, λες και το σοκ της τραγωδίας δεν τους ταρακούνησε ούτε στο ελάχιστο.
Αυτά που λέγονται τα ξέρουμε, κάποιος αρκετά ευφυής θα μπορούσε ίσως να έχει προβλέψει ακόμα και που θα κομπιάσουν και θα πάρουν ανάσα, όχι μόνο τις λέξεις που θα ειπωθούν. Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι μάλλον ανόητος όποιος περιμένει να ακούσει τις δηλώσεις αυτών των ανθρώπων οι οποίες σε σημαντικό βαθμό είναι προκάτ όπως δυστυχώς και πολλά που γράφηκαν και ειπώθηκαν από bloggers και δημοσιογράφους. Η πολιτική δεν γίνεται με σλόγκαν και κλισέ αλλά με αρθρωμένο λόγο και δομημένα επιχειρήματα και αυτά δυστυχώς δεν τα έχω ακούσει. Αντί ενός οργανωμένου οπλοστασίου επιχειρημάτων υπέρ ή κατά της κυβέρνησης, το μόνο που είδα να είναι άρτια οργανωμένο ήταν η εκμετάλλευση του συναισθήματος και του ανθρώπινου πόνου και η απόπειρα αποτίναξης των ευθυνών μέσω των ενορχηστρωμένων δηλώσεων για «ασύμμετρη απειλή».
Ταυτόχρονα, εκτός από τους πολιτικούς, πολύ λίγα από αυτά που λέγονται ή γράφονται αυτές τις μέρες έχουν να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό εκτός από συναισθήματα, οργή, λύπη και ρίγη συγκίνησης. Όμως η συγκίνηση και η αφύπνιση της συλλογικής συνείδησης ή της εθνικής ομοψυχίας, για την οποία πρόσφατα μιλούν κάποιοι στρατευμένοι, δεν προσφέρει κάτι πέρα από μια ρηχή, αν όχι επικίνδυνη, αυτοϊκανοποίηση ότι είμαστε ακόμα άνθρωποι με συναισθήματα, κοινωνία με συνοχή, έθνος με ομοψυχία. Όλα αυτά, άσχετα από το αν ισχύουν ή οχι (εγώ λέω όχι), είναι βλακωδώς αυτοαναφορικά, μοιρολατρικά και το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να λειτουργούν σαν παυσίπονα και να μας απενοχοποιούν υποκριτικά από τα λάθη που οι ίδιοι κάναμε και συνεχίζουμε να κάνουμε.
Ακόμα και μετά την καταστροφή οι πρακτικές που ακολουθούνται από όλους έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι αδυνατούμε να συνενοηθούμε γιατί δεν μπορούμε να εντοπίσουμε σαφώς το πρόβλημα έτσι προφανώς ρίχνουμε ριπές προς όλες τις κατευθύνσεις και ποτέ στοχευμένα έχοντας ελάχιστες πιθανότητες να πετύχουμε κάτι.
Κανείς μας μέχρι στιγμής δεν έχει προτείνει μια ουσιαστική λύση πέρα από το να τους μαυρίσουμε στις εκλογές λες και το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι αποκλειστικά τα πρόσωπα και όχι το πως λειτουργούν οι θεσμοί, οι οποίοι χτίζονται γύρω από πρόσωπα, και οι πολίτες που τα περιμένουν όλα από θεσμούς και πρόσωπα. Προφανώς και σοβαρή λύση δεν μπορεί να βρεθεί όσο δεν εντοπίζουμε σαφώς το πρόβλημα και το πρόβλημα δεν είναι οι φωτιές αλλά η έκταση και η ένταση του συμβάντος και οι αιτίες του και επειδή αυτές είναι πάρα πολλές απαιτείται μια λιγότερο αποσπασματική, λιγότερο απλουστευτική αλλά πιο συνολική και μαζί πιο διεισδυτική απάντηση από το ότι φταίει ο καιρός, η ανοργανωσιά, οι εμπρηστές, οι οικοπεδοφάγοι, ο Κωστάκης κι ο Γιωργάκης, το ξερό μας το κεφάλι, η κακή μας μοίρα κλπ. Αυτά τα ακούμε χρόνια και ανεξάρτητα από το πόσο σωστά η λάθος είναι όποιος δεν βαρέθηκε να τα λέει και να τα ακούει έχει πραγματικά αντοχές μαραθωνοδρόμου.
Υπάρχει λοιπόν μια σαφής αδυναμία εντοπισμού του «ποιος ή τι είναι το πρόβλημα» ή καλύτερα του «ποιος φταίει και σε ποιο βαθμό» και γι’ αυτό φοβάμαι ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις το σενάριο περί αόρατου εχθρού και ασύμμετρων απειλών να βρει πρόσφορο έδαφος και τελικά να ευδοκιμήσει με πολύ αρνητικές προεκτάσεις και ενδεχομένως επικίνδυνες συνέπειες.
Για τον λόγο αυτό, και παρά το γεγονός ότι θεωρώ ότι αυτές τις μέρες έλαβε χώρα μια τραγωδία, δεν είμαι από αυτούς που θα υποστήριζαν εύκολα ότι ταιριάζει με τον Αριστοτελικό ορισμό της τραγωδίας κατά τον οποίο στο τέλος έρχεται η κάθαρση. Ισως και να μην έρθει ποτέ…
(η συνέχεια σύντομα…)